Το κίνημα μπροστά σε νέα καθήκοντα
του Γιώργου Καραμπελιάεφ. Ρήξη, τ. 77 (09/2011)
Η Ελλάδα μπαίνει σε μια νέα φάση της κρίσης, που όχι μόνο μοιάζει με επιθανάτιο ρόγχο του μεταπολιτευτικού καθεστώτος, αλλά απειλεί την ίδια την επιβίωση της χώρας, καθώς και την ψυχική υγεία των Ελλήνων, που κινούνται μεταξύ καταθλίψεως και σχιζοφρένειας, μπροστά στη ζοφερή προοπτική που αντιμετωπίζουν.
Εν τέλει οι μόνες πιθανότητες υπέρβασης αυτής της γενικευμένης κατάθλιψης μπορούν να ανιχνευτούν στο αυτόνομο λαϊκό κίνημα των ελληνικών πλατειών. Διότι αυτό και μόνο, απορρίπτοντας τους μονόδρομους της λιτότητας, της καταστροφής και της αποδοχής της υποδούλωσης της χώρας, ανέστησε τη συντριμμένη αξιοπρέπεια των Ελλήνων που καταπατάται καθημερινά, από τους Φιλανδούς, τον Σόϊμπλε και τα ανθρωπάρια εντολοδόχους τους, που παριστάνουν την ελληνική κυβέρνηση.
Το θεμελιώδες στοιχείο του είναι ο αυτόνομος χαρακτήρας του που προέκυψε από την κατεδάφιση των ξεπερασμένων πλέον πολιτικών διαχωρισμών. Είναι χαρακτηριστική η έρευνα της public issue τον Ιούλιο, όπου καταγράφεται η εμπιστοσύνη των πολιτών σε συλλογικούς θεσμούς, όργανα και παράγοντες του τόπου. Πρώτοι έρχονται «ο λαός και οι πολίτες» με ποσοστό 54% και δεύτερα τα κοινωνικά κινήματα με ποσοστό 42%. Οι παραδοσιακοί θεσμοί της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας έχουν καταποντιστεί, τα συνδικάτα συγκεντρώνουν μόλις 12%, η βουλή 11%, η κυβέρνηση 6% και τα κόμματα 5%!
Όμως σήμερα μετά την «ανάπαυλα» του καλοκαιριού και το βάθεμα της κρίσης, το κίνημα έχει ανάγκη από μια ανανέωση τόσο των πολιτικών του στόχων όσο και των οργανωτικών του εκφράσεων. Χρειάζεται νέα πολιτικά εργαλεία που θα ανταποκρίνονται στις νέες ανάγκες και θα εκφράζουν τις νέες πραγματικότητες: πρέπει να περάσει από την φάση της «αγανάκτησης» σε εκείνη της σταδιακής διαμόρφωσης ενός νέου πολιτικού προτάγματος.
Οι μορφές οργάνωσης του κινήματος στην πρώτη του φάση, από τη «Σπίθα» του Μίκη Θεοδωράκη, έως διάφορες πρωτοβουλίες πολιτών είχαν διττό χαρακτήρα. Από τη μια εξέφραζαν το νέο, με την έκκληση στην αυτο-οργάνωση, την υπέρβαση των παλιών διαιρέσεων «Αριστεράς-Δεξιάς», την επίκληση της άμεσης δημοκρατίας, κ.λπ. Παράλληλα όμως έμεναν βυθισμένες στον παλιό κόσμο της μεταπολίτευσης, όχι μόνο με τις αυταρχικές και αρχηγικές μορφές οργάνωσης τους, αλλά προπαντός με τη συνάφειά τους με τον μεταπολιτευτικό λαϊκισμό. Γι’ αυτό και οι εύκολες και ανέξοδες επικλήσεις σε άμεσες «επαναστάσεις», «συντακτικές εθνοσυνελεύσεις» «άμεση επιστροφή στη δραχμή», «μεταβολή της Ελλάδας σε ουδέτερη Ελβετία της ΝΑ Ευρώπης» κ.λπ., παράλληλα με την αδυναμία να προωθήσουν συγκεκριμένες προτάσεις, όπως το δημοψήφισμα για το μνημόνιο ή το αίτημα της άμεσης πτώσης της κυβέρνησης Παπανδρέου.
Και ίσως στην πρώτη φάση της κρίσης αυτό να ήταν λογικό. Οι Έλληνες δεν ήθελαν να πιστέψουν πως έχει παρέλθει τελεσίδικα ένα μοντέλο κοινωνίας και ένας δοσμένος τρόπος ζωής. Δεν ήθελαν να πιστέψουν πως θα πρέπει «με αίμα και δάκρυα» να ανακατακτήσουν τη χαμένη αυτονομία και αξιοπρέπεια της χώρας τους. Γι’ αυτό και ευχάριστα κάποτε άκουγαν όσους τους χάιδευαν τα αυτιά με λύσεις εύκολης επιστροφής σε ένα μυθοποιημένο παρελθόν ή σε ένα εξ ίσου μυθικό αδιατάρακτο μέλλον.
Για μια νέα στοχοθεσία
Σήμερα ωστόσο όλοι έχουμε αποκτήσει συνείδηση πως οι ελίτ της χώρας μας έχουν οδηγήσει σε μια κατάρρευση χωρίς επιστροφή. Και πως δεν υπάρχουν –δυστυχώς– δυνάμεις από τις παλιές ελίτ ικανές να προσφέρουν κάποια άμεση διέξοδο – νέες δυνάμεις που θα βγουν μέσα από το κίνημα θα πρέπει να αρχίσουν να διαμορφώνουν νέα προγράμματα και στοχοθεσία.
Γι’ αυτό έχουμε ανάγκη από κινήσεις και κινήματα που να συνδυάζουν τη σοβαρότητα στην ανάλυση και την μακροπρόθεσμη στρατηγική, με την επισήμανση συγκεκριμένων και εφικτών τακτικών στόχων: Στόχων όπως, η απόρριψη του μνημονίου με δημοψήφισμα, η απομάκρυνση της κυβέρνησης Παπανδρέου, άμεσα μέτρα για το μεταναστευτικό, για την απασχόληση και την ανεργία, εμμονή στην αμυντική θωράκιση της χώρας, έμπρακτη άρνηση της φορομπηχτικής πολιτικής κ.λπ. Μόνο έτσι το κίνημα θα αρχίσει να αποκτάει και πολιτικές εκφράσεις που να αντιστοιχούν στο ανατρεπτικό του δυναμικό, και θα αρχίσει να ξεπερνάει την αναντιστοιχία ανάμεσα στον προχωρημένο αυθόρμητο χαρακτήρα του και τις καθυστερημένες πολιτικές εκπροσωπήσεις του.
Και δεν πρέπει να πιστεύουμε πως το κίνημα θα παραμένει αιωνίως επικεντρωμένο στις πλατείες και μόνο. Διότι οι αντίπαλοι του αυτόνομου χαρακτήρα του έχουν κερδίσει πόντους εκμεταλλευόμενοι την έλλειψη οργανωμένων δυνάμεων ικανών να εκφράσουν τη δυναμική του. Οι αντιεξουσιαστές, οι αριστεριστές και λοιποί συριζαίοι έχουν κατορθώσει να υπονομεύσουν εν μέρει ένα κίνημα για το οποίο νιώθουν βαθύτατη απέχθεια, – είτε με ανοικτές προκλήσεις είτε με τον σταδιακό έλεγχο των μηχανισμών αποφάσεων. Και διάφοροι αυτονακηρυγμένοι αρχηγοί και «φύρερ», αποτελούν από την πλευρά τους το ιδεώδες άλλοθι για την παρέμβαση των πρώτων, ενώ απομακρύνουν τον ευρύτερο κόσμο. Προφανώς δε, το κράτος και η αστυνομία χρησιμοποιώντας αλλεπάλληλες προβοκάτσιες, συστηματοποιούν τις επιθέσεις για να εμποδίσουν την επανεμφάνισή του.
Το κίνημα για να μπορέσει να επανεμφανιστεί ισχυρό και στις πλατείες και να σαρώσει τα κυβερνητικά ανδρείκελα, θα πρέπει να οργανωθεί σε τομείς και με τρόπους που δεν θα επιτρέπουν εύκολα τη χειραγώγηση, τις προβοκάτσιες και τις κυβερνητικές επιθέσεις:
Ήδη έχουν αναπτυχθεί τέτοιες μορφές πάλης, που θα αποτελέσουν προνομιακή έκφραση του την αμέσως επόμενη περίοδο: Συστηματικοί αποκλεισμοί των κυβερνητικών βουλευτών, λαϊκές πρωτοβουλίες για αγορά επιχειρήσεων όπως του νερού στη Θεσσαλονίκη, άρνηση πληρωμής σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως θα πρέπει να γίνει με το νέο έκτακτο φορολογικό χαράτσι, οργάνωση πανελλήνιου μποϊκοτάζ των δημοψηφισμάτων του Γιωργάκη· πρόταση για εναλλακτικό δημοψήφισμα γύρω από την αποδοχή ή όχι του μνημονίου, καθώς και για διεκδίκηση των πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία· τέλος πανελλήνια εκστρατεία με αίτημα την πτώση της κυβέρνηση των κούισλινγκ,. Τέλος σε μικροεπίπεδο γειτονιάς, χωριού, πόλης, μπορούν και πρέπει να αναπτυχθούν μορφές λαϊκής αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας απέναντι στην κρίση. Και προφανώς θα πρέπει να εμβαθύνει στον θεωρητικό και ιδεολογικό του προβληματισμό, γιατί μπαίνουμε σε μια νέα ιστορική περίοδο όπου τα παλαιά ιδεολογικά και θεωρητικά εργαλεία είναι απολύτως ξεπερασμένα.
Μέσα από τέτοιες πρωτοβουλίες που αποκεντρώνουν, μαζικοποιούν και συγκεκριμενοποιούν το κίνημα, μπορούμε να περάσουμε σε μια νέα φάση, που θα δώσει τη δυνατότητα στο «κίνημα των πλατειών» να κάνει ένα αποφασιστικό βήμα στην οργάνωση και τους στόχους του και θα του προσφέρει εν τέλει και τις οργανωτικές δυνατότητες ώστε να ανακατακτήσει και τις πλατείες.
Και κάτι τέτοιο θα πρέπει να γίνει το συντομότερο δυνατό, διότι μέσα στη γενικευμένη κρίση ακυβερνησίας στην οποία πιθανότατα θα εισέλθει η Ελλάδα την επόμενη περίοδο, η έλλειψη εναλλακτικών πολιτικών προτάσεων από την πλευρά του κινήματος, μπορεί να συμβάλει στο χάος, αντί να προτείνει οδούς διεξόδου. Συχνά, σε κοινωνίες που βρίσκονται σε κρίση και κάποτε και σε γενικευμένη παρακμή, τα κινήματα αντίστασης, αν δεν διαμορφώνουν ένα συνεκτικό πρόγραμμα εξόδου από την κρίση, απλά μπορούν να συμβάλουν στη γενίκευση ενός χάους που μπορεί να οδηγήσει σε αυταρχικές πολιτικές επιλογές. Σε αυτή την κατεύθυνση λοιπόν θα πρέπει να στραφούν οι προσπάθειες μας. Να συμβάλουμε στη συστηματοποίηση του ανατρεπτικού δυναμικού του λαϊκού κινήματος, σε μια θετική κατεύθυνση και να αποφύγουμε, καταδεικνύοντας τα αδιέξοδά της, τη λογική του χάους και της διάλυσης.
Δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα κατορθώσουμε να αποφύγουμε την πτώχευση. Όμως θα ελαχιστοποιήσουμε τις απώλειες και κυρίως θα προσφέρουμε μια προοπτική σε μια χώρα που μοιάζει να βαδίζει τυφλή χωρίς πυξίδα και ελπίδα. Εμείς –το κίνημα– μπορούμε να της ξαναδώσουμε όραμα και προοπτική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου