Η θεωρία των ενδοχωρών (Heartland theory, 1904) του Sir Halford Mackinder με την θέση της «περιοχής άξονα, pivot area» |
Η πηγή για τον κίνδυνο πολέμου, δεν προκύπτει από την αναζήτηση πυρηνικής βόμβας στο Ιράν, την υποτιθέμενη
καταστολή της Συρίας των δήθεν ειρηνικών διαφωνούντων, ή ακόμα την εμμονή του Ισραήλ να παραμείνει η μόνη πυρηνική δύναμη στη Μέση Ανατολή.
καταστολή της Συρίας των δήθεν ειρηνικών διαφωνούντων, ή ακόμα την εμμονή του Ισραήλ να παραμείνει η μόνη πυρηνική δύναμη στη Μέση Ανατολή.
Η βρετανική ολιγαρχία είναι αποφασισμένη να εμποδίσει την περιοχή της Ευρασίας, με επικεφαλής την Κίνα, τη Ρωσία, την Ινδία και άλλες χώρες της Ασίας και του Ειρηνικού να αναδυθεί, υπό τον κίνδυνο κατάρρευσης ολόκληρου του διατλαντικού χρηματοπιστωτικού και οικονομικού συστήματος, σε νέο κέντρο βάρους της παγκόσμιας πολιτικής και οικονομικής ισχύος. Για να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο το Λονδίνο, ετοιμάζεται να παρακινήσει μια θερμοπυρηνική συμπλοκή που θα φέρει αντιμέτωπες τις Ηνωμένες Πολιτείες με την Ρωσία και την Κίνα. Από την πλευρά της βρετανικής ολιγαρχίας, ένας κόσμος μειωμένος σε πληθυσμό κάτω από 1 δισεκατομμύριο κατοίκους, είναι προτιμότερος από έναν ευημερούντα κόσμο, όπου θα αφανιζόταν η δύναμη της ιδιωτικής χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας.
Ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικανών πολιτών, ακόμα και κορυφαίων πολιτικών είναι ανίδεοι για αυτή την πραγματικότητα, δεν ισχύει το ίδιο με τους κορυφαίους κύκλους της Ρωσίας και της Κίνας, που έκαναν τη φωνή τους να ακουστεί δυνατά τις τελευταίες εβδομάδες, να αποτραπεί ένας πόλεμος.
Αλλά, όπως ο Larouche έχει επανειλημμένα τονίσει, από την διεθνή διαδικτυακή ανακοίνωση της στις 11 Απριλίου 2009 , η μόνη επιλογή ασφαλούς αποφυγής ενός θερμοπυρηνικού Αρμαγεδδόνα είναι η άμεση απομάκρυνση του προέδρου Ομπάμα από την Προεδρία, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του αμερικανικού Συντάγματος, ώστε να εξασφαλιστεί η σταθερή μεταβίβαση της εξουσίας και η έναρξη μιας άνευ προηγούμενου παγκόσμιας οικονομικής διάσωσης και ανάκαμψης.
Με τον Ομπάμα στην εξουσία, αποδεσμευμένο από την απειλή της μομφής ή της απομάκρυνσης σύμφωνα με το τμήμα 4 της 25ης τροπολογίας , το Λονδίνο διατηρεί έναν δάχτυλο στην αμερικανική πυρηνική σκανδάλη. Επιπλέον, όπως τόνισε η Larouche σε Πρωτοχρονιάτικο μήνυμα, ακόμα και στην περίπτωση που θ’ αποφευχθεί ένας ο πυρηνικός όλεθρος, ο κόσμος θα συνεχίζει να αντιμετωπίζει τον κίνδυνο μιας κατάδυσης σε μια νέα Σκοτεινή Εποχή πείνας, ασθενειών, και διαρκούς πολέμου, εκτός εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες οδηγήσουν μια θεμελιακή επανάσταση στην πολιτική, με επιστροφή στο αμερικανικό παραδοσιακό πιστωτικό σύστημα υπό το εθνικό τραπεζικό τομέα, καθώς και ένα επιστημονικά οδηγούμενο πρόγραμμα για την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη.
Στρατηγικές Προειδοποιήσεων
Τόσο ο Ρώσος όσο και ο Κινέζος ηγέτης γνωρίζουν καλά τον κίνδυνο ενός θερμοπυρηνικού πολέμου που θα προκληθεί από μια ισραηλινή επίθεση στο Ιράν ή άλλες προκλήσεις με στόχο να οδηγηθούν οι ΗΠΑ σε πόλεμο εναντίον των υπερδυνάμεων της Ευρασίας. Έτσι λοιπόν, παρότι οι ρωσο-κινεζικές σχέσεις έχουν τη δική τους μακρά ιστορία τριβών, τα δύο έθνη συμφωνούν ότι ο κίνδυνος πολέμου θα πρέπει να εξαλειφτεί και έχουν δηλώσει, σε μια σειρά δημόσιων εκδηλώσεων, ότι έχουν επίγνωση των απειλών, και ότι θα εργαστούν προς μια κοινή προσπάθεια για αποτροπή του πόλεμου.
Στις 26 Δεκεμβρίου, ο Ρώσος πρωθυπουργός Βλαντιμίρ Πούτιν πραγματοποίησε τηλεοπτική συνάντηση με τον Dmitri Rogozin, μέχρι πρόσφατα Πρέσβη της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ. Ο Rogozin διορίστηκε πρόσφατα αναπληρωτής πρωθυπουργός αρμόδιος για τον τομέα της άμυνας, της πυρηνικής ενέργειας και του διαστημικού προγράμματος. Στη συνάντηση, ο Rogozin δεσμεύτηκε να προβεί σε ταχεία «αναγέννηση της αμυντικής βιομηχανίας, η οποία θα λειτουργήσει σαν ατμομηχανή που θα συμπαρασύρει το σύνολο της ρωσικής οικονομίας».
Ένα μήνα πριν από την προαγωγή του σε αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, ο Rogozin είχε επισκεφθεί την πόλη Krasnoznamensk για να εκφωνήσει ένα μήνυμα ενώπιον των Αεροδιαστημικών Δυνάμεων, στο οποίο διατύπωσε σαφώς τον κίνδυνο πολέμου, που προέρχεται από την εμμονή του ΝΑΤΟ να συνεχίσει την αντιπυραυλική ασπίδα άμυνας στην Ευρώπη, έχοντας απορρίψει την προτεινομένη συνεργασία με τη Μόσχα για μια κοινή ασπίδα άμυνας.
Ο Rogozin προειδοποίησε ότι
«Το ΝΑΤΟ συνεχίζει να λειτουργεί με τις αρχές που έθεσε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Λόρδος Ismay [1952-1957]: «Να κρατηθούν οι Ρώσοι έξω, οι Αμερικανοί μέσα, και οι Γερμανοί έξω... Καταλαβαίνουν ότι οι Γερμανοί μπορούν ανά πάσα στιγμή να εξελιχθούν σε μια δύναμη που θα ενώσει την Ευρώπη γύρω της».
Υποβαθμίζοντας την πρόσφατη συμφωνία μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρουμανίας, όπου ένα σημαντικό ποσοστό του αντιπυραυλικού συστήματος θα εγκατασταθεί στα σύνορα με το νοτιοανατολικό μέρος της Ρωσίας, ο Rogozin δήλωσε προς την συνέλευση των Αεροδιαστημικών Δυνάμεων: «Έχουμε διερευνήσει λεπτομερώς τη συμφωνία μεταξύ Αμερικής και Ρουμανίας. Οι Ρουμάνοι μπορεί να νομίζουν ότι είναι σημαντικοί χειριστές της αναχαίτισης πυραύλων, αλλά ακόμη και ο διοικητής της βάσης, ένας Ρουμάνος στρατιωτικός, δεν έχει το δικαίωμα να εισέλθει στο λόμπι». Ο Rogozin προειδοποίησε ότι οι Ευρωπαίοι έγιναν «όμηροι και στόχοι σε περίπτωση αντιποίνων».
Στις 27 Δεκεμβρίου, οι Κινέζοι εξέδωσαν επίσης μια σαφή προειδοποίηση ότι έχουν κατανοήσει τις νέες απειλές που προέρχονται από την ελεγχόμενη από το Λονδίνο διοίκηση Ομπάμα στην Ουάσιγκτον. Σε ένα μακρύ άρθρο στη People's Daily, ο Lin Zhiyuan, ειδικός σε θέματα πολιτικής των ΗΠΑ, από το Τμήμα της Παγκόσμιας Στρατιωτικής Έρευνας της Ακαδημίας Στρατιωτικών Επιστημών, προειδοποίησε ότι η κυβέρνηση Ομπάμα υιοθέτησε μια νέα στρατηγική «επιστροφής στην Ασία», βασισμένη στα βρετανικά γεωπολιτικά δόγματα του Halford Mackinder.
«Μερικοί στοχαστές του αμερικανικού Ναυτικού ενδιαφέρονται πολύ για την «θεωρίας του Heartland» (1904) του Άγγλου γεωγράφου Halford Mackinder και πιστεύουν ότι ελέγχοντας την Νότια Θάλασσα της Κίνας θα καταστήσουν την Πολεμική Αεροπορία και το Ναυτικού των ΗΠΑ διοικητές της Ανατολικής Ασίας, και κατά συνέπεια της «Νήσου Κόσμου».
«Επί του παρόντος, η κατάσταση στην Ευρώπη είναι υπό αμερικανικό έλεγχο και η κατάσταση στη Μέση Ανατολή είναι επωφελής για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το γεωγραφικό κέντρο του κόσμου μεταφέρεται από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό, και η περιοχή Ασίας-Ειρηνικού έχει γίνει το παγκόσμιο πολιτικό και οικονομικό κέντρο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πρόθυμες να βρουν έναν νέο τρόπο για να εδραιώσουν τη θέση τους στην περιοχή αυτή».
Ο Lin κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, με τον Πρόεδρο Ομπάμα να αντιμετωπίζει μια δύσκολη εκστρατεία για την επανεκλογή του, κάτω από συνθήκες σοβαρής οικονομικής κρίσης στη χώρα, «η κυβέρνηση Ομπάμα αναγκάζεται να είναι πιο επιθετική σε στρατιωτικά και διπλωματικά θέματα, ώστε να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για να κερδίσει τις εκλογές για την προεδρία. Ως εκ τούτου, η Αμερικανική παγκόσμια στρατηγική δείχνει μια διάταξη σταθεροποίησης της Ευρώπης, κατάλληλης «αναδιάταξης» στη Μέση Ανατολή και «επέκτασης» στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού». Όπως γνωρίζουν πολύ καλά οι Κινέζοι, ήταν το γεωπολιτικό δόγμα Mackinder του πολέμου μεταξύ του Heartland και του Rimland που αποτέλεσε τη βάση ώστε η Βρετανία να δρομολογήσει δύο παγκοσμίους πολέμους τον 20ό αιώνα.
Πολεμικές Προετοιμασίες
Ήδη στις 15 Δεκεμβρίου, η ρωσική κυβέρνηση, με σαφή αναγνώριση του κινδύνου πολέμου που προέρχεται από τους Αγγλοαμερικανούς, δημοσίευσε μια λεπτομερή έκθεση σχετικά με την ενίσχυση της ρωσικής άμυνας κατά μήκος της νότιας περιοχής της χώρας.
Το άρθρο του Σεργκέι Konovalov, βασισμένο στις πληροφορίες του Υπουργείου Άμυνας, δόθηκε στη δημοσιότητα τόσο στην ρωσική γλώσσα στην εφημερίδα Nezavisimaya Gazeta όσο και στην αγγλική γλώσσα, στην εφημερίδα Russia Today.
Ο Konovalov ξεκίνησε δηλώνοντας ωμά ότι «η γεωπολιτική κατάσταση που εκτυλίσσεται γύρω από τη Συρία και το Ιράν προτρέπει τη Ρωσία να βελτιώσει τις στρατιωτικές δομές της στο Νότιο Καύκασο και την Κασπία, την Μεσόγειο και την Μαύρη Θάλασσα. Η Nezavisimaya Gazeta με πηγές από το Υπουργείο Άμυνας δημοσιεύει ότι το Κρεμλίνο έχει ενημερωθεί για μια επερχόμενη ισραηλινή επίθεση με την υποστήριξη των ΗΠΑ εναντίον πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν. Η επίθεση θα είναι ξαφνική και θα πραγματοποιηθεί την «ημέρα Χ» στο άμεσο μέλλον.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι η ιρανική αντίδραση δεν θα καθυστερήσει. Ένας πόλεμος πλήρους κλίμακας είναι πιθανός και οι συνέπειές του απρόβλεπτες».
Το άρθρο, όχι συμπτωματικά, εμφανίστηκε την ημέρα που έλαβε χώρα η σύνοδος κορυφής Ρωσίας-Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες και μόλις μία εβδομάδα μετά την σύνοδο κορυφής ΝΑΤΟ-Ρωσίας στην ίδια πόλη. Ο Konovalov ανέφερε την ρωσική προειδοποίηση που παραδόθηκε στους Ευρωπαίους μια μέρα πριν από τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ: «Μια μέρα πριν την εκδήλωση, η Ρωσία έστειλε τον Vladimir Chizhov στην ΕΕ, ο οποίος παρέδωσε μήνυμα από το Κρεμλίνο, που δήλωνε ότι μια ισραηλινή ή αμερικανική επίθεση κατά του Ιράν θα οδηγούσε σε μια «καταστροφική εξέλιξη των γεγονότων». Ο διπλωμάτης τόνισε ότι οι αρνητικές συνέπειες δεν θα ήταν μόνο αισθητές στην περιοχή, «αλλά και σε ένα πολύ ευρύτερο περιβάλλον».
Το άρθρο περιγράφει με λεπτομέρειες όλες τις πολεμικές προετοιμασίες της ρωσικής νότιας διοίκησης, η οποία βρίσκεται σε κατάσταση αυξημένου συναγερμού από την 1η Δεκεμβρίου, ιδιαίτερα οι ρωσικές δυνάμεις στη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία, που έχουν επίγνωση των πιθανών προκλήσεων από τη Γεωργία, σε περίπτωση επίθεσης κατά του Ιράν από το Ισραήλ, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Η κατάσταση συναγερμού περιλαμβάνει τάγματα στο Νταγκεστάν υπό παράκτια πυραυλική προστασία, και τον στολίσκο της Κασπίας.
Η έκθεση επισημαίνει επίσης την μετάβαση του ρωσικού αεροπλανοφόρου «Ναύαρχος Kuznetsov» στην ανατολική Μεσόγειο στα ανοιχτά των ακτών της Συρίας, σημειώνοντας ότι οι αξιωματούχοι του Υπουργείου Άμυνας δεν επιβεβαίωσαν ούτε αρνήθηκαν ότι το αεροπλανοφόρο συνοδεύεται από ρωσικά πυρηνικά υποβρύχια.
Το άρθρο Konovalov συνάδει με την έκθεση για μια αξιολόγηση από τον Ρώσο συνταγματάρχη Vladimir Popov (ε.α.), έναν ειδικό για την περιοχή της Κασπίας Θάλασσας, ο οποίος δήλωσε στην εφημερίδα ότι «δεν αποκλείει το ενδεχόμενο της στρατιωτικής συμμετοχής της Ρωσίας στη ιρανική διαμάχη». «Στην χειρότερη περίπτωση, εάν η Τεχεράνη βρεθεί αντιμέτωπη με πλήρη στρατιωτική ήττα μετά από μια χερσαία εισβολή των στρατευμάτων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, η Ρωσία θα παράσχει στρατιωτική υποστήριξη, τουλάχιστον σε στρατιωτικό-τεχνικό επίπεδο», προβλέπει ο Vladimir Popov. "
Στα Ηνωμένα Έθνη
Ο Πρέσβης της Ρωσίας στα Ηνωμένα Έθνη Βιτάλι Τσούρκιν έφερε το θέμα του κινδύνου πολέμου ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ κατά τη διάρκεια μιας από τις τελικές παρατηρήσεις του ως Πρόεδρος του Συμβουλίου (αντικαταστάθηκε την 1η Ιανουαρίου από τον Πρέσβη της Νοτίου Αφρικής).
Σε μια συνέντευξη για το τέλος του έτους προς τους δημοσιογράφους, ο Τσούρκιν προειδοποίησε ότι η Ρωσία δεν θα υποστηρίξει οποιεσδήποτε περαιτέρω κυρώσεις κατά του Ιράν και ανέφερε επίσης ότι η κυβέρνησή του είχε ξεκινήσει συνομιλίες τόσο με τη συριακή κυβέρνηση όσο και με τους ηγέτες της αντιπολίτευσης για να φέρει ένα ειρηνικό τέλος στην συριακή κρίση, η οποία τροφοδοτείται από «βίαιους εξτρεμιστές" που αρνήθηκαν να διαπραγματευτούν.
Ο Τσούρκιν προειδοποίησε ότι ο «μεγαλύτερος κίνδυνος» το 2012 είναι ένας πόλεμος μεταξύ του Ιράν και των δυτικών εθνών και η κυβέρνησή του θα λάβει μέτρα για να εμποδίσει έναν τέτοιο πόλεμο.
Η καλύτερη κάλυψη από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης των προειδοποιήσεων του Τσούρκιν εμφανίστηκε στις 31 Δεκεμβρίου στην Daily Telegraph. Υποστήριξε ότι «η Μόσχα πιστεύει ότι δεν υπάρχουν περαιτέρω κυρώσεις στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ κατά του Ιράν σχετικά με το πυρηνικό του πρόγραμμα. Το απόθεμα κυρώσεων στο Συμβούλιο Ασφαλείας έχει εξαντληθεί».
Σε συνέντευξή του στις 30 Δεκεμβρίου στην Russia Today, ο Τσούρκιν είχε επαναλάβει ότι η αντιπαράθεση μεταξύ του Ιράν και της Δύσης αποτελεί «ένα πολύ επικίνδυνο σενάριο» για πόλεμο, «αλλά πιστεύουμε ότι μια ειρηνική λύση είναι δυνατή ... Η συνεπής στάση μας και οι προσπάθειές μας, στοχεύουν στην αποτροπή ενός τέτοιου σεναρίου». Και ενώ η Ρωσία ανησυχεί επίσης για τις ιρανικές δυνατότητες ανάπτυξης πυρηνικών όπλων, η Μόσχα δεν «αποδέχεται την πρόταση ότι ο καλύτερος τρόπος για να αποφευχθεί ένας πόλεμος είναι να ξεκινήσεις έναν πόλεμο».
Ο Τσούρκιν έκλεισε, επαναλαμβάνοντας την θέση της ρωσικής κυβέρνησης ότι η συριακή κατάσταση μπορεί και πρέπει να επιλυθεί χωρίς προσφυγή σε εξωτερική δύναμη, όπως συνέβη με τη Λιβύη. Ζήτησε από τη διεθνή κοινότητα να επιδείξει τον ίδιο βαθμό υπομονής για τη Συρία με αυτόν που επέδειξε στην περίπτωση της Υεμένης.
«Νομίζω ότι υπήρξε περισσότερη αιματοχυσία κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών [στην Υεμένη] από ό, τι στη Συρία. Δεν αποδεχόμαστε την άποψη ότι το καθεστώς Άσαντ δεν μπορεί να αλλάξει και δεν μπορεί με διάλογο να υπάρξει πρόοδος».
Πράγματι, η παρέμβαση της Ρωσίας απομάκρυνε, προσωρινά τουλάχιστον, τον πόλεμο που επιθυμεί το Λονδίνο για την αλλαγή καθεστώτος στη Δαμασκό. (…)
Αμερικανικές φωνές
Ο εκστρατεία για την αποτροπή του πόλεμου δεν έχει περιοριστεί στη Ρωσία και την Κίνα. Εκτός από τις προειδοποιήσεις του Larouche, ακούστηκαν και κάποιες άλλες φωνές κορυφαίων αμερικανικών στρατιωτικών και διπλωματικών κύκλων κατά της σκανδάλης του Ιράν.
Στις 29 Δεκεμβρίου, ο Paul Pillar, μέχρι πρόσφατα διευθυντής του Εθνικού Συμβουλίου Πληροφοριών στη Μέση Ανατολή, δημοσίευσε μια αιχμηρή επίθεση εναντίον της αποτυχημένης αμερικανικής διπλωματίας κατά του Ιράν. Στο περιοδικό The National Interest journal, ο Pillar έγραφε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν καταστήσει σχεδόν αδύνατο για το Ιράν να πει «ναι» σε οτιδήποτε δήθεν ζητούν οι Ηνωμένες Πολιτείες από το Ιράν». Ο Pillar σημειώνει ότι «κάθε εφικτή αλλαγή στην ιρανική πολιτική που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση μιας νέας συνεννόησης με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δύση θα πρέπει να περιλαμβάνει ένα συνεχιζόμενο ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, πολύ πιθανόν συμπεριλαμβανομένου του εμπλουτισμού του ουρανίου από το Ιράν. Εφικτές ρυθμίσεις που θα παρέχουν τις ελάχιστες εγγυήσεις για τις δύο πλευρές θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, αλλά είναι ανεξερεύνητες.
Παραμένουν ανεξερεύνητες, επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εγκαταλείψει τις διαπραγματεύσεις και εφαρμόζουν μία ιρανική πολιτική που αποτελείται από πιέσεις και κυρώσεις μόνο».
Ο Pillar προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, κατηγορώντας ότι πολλοί στην κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν θέλουν οι κυρώσεις αυτές να εφαρμοστούν.
«Αντίθετα τις βλέπουν ως απαραίτητη προϋπόθεση για τον πόλεμο που θέλουν πραγματικά. Πρόκειται για τραγωδία. Γίνεται σε μεγάλο βαθμό επειδή πάρα πολλοί άνθρωποι σε αυτή τη χώρα δεν ξέρουν ποιο είναι το αμερικανικό συμφέρον και δεν γνωρίζουν την βασική αρχή διαπραγμάτευσης που λέει ότι αν θέλουμε να λύσουμε ένα πρόβλημα που περιλαμβάνει κάποιον άλλον με τον οποίον έχομε διαφορές, θα πρέπει να το απλοποιήσουμε και όχι να το κάνομε πιο δύσκολο, ώστε να μπορέσουμε αποσπάσουμε το «ναι» της άλλης πλευράς». Την επόμενη μέρα, μια παρόμοια χορδή χτυπήθηκε από τον πρώην Πρέσβη Thomas Pickering και William Luers, που έγραψαν στην εφημερίδα Washington Post . Οι συγγραφείς παρατήρησαν ότι «η στρατιωτική πράξη γίνεται φαινομενικά η ασφαλής λύση για τις Ηνωμένες Πολιτείες για να λύσουν πραγματικά και φανταστικά προβλήματα ασφαλείας. Οι αβέβαιοι και πνευματικά απαιτητικοί δρόμοι της διπλωματίας θεωρούνται ως «άνανδροι» και κουραστικοί, και ενδέχεται να συνεπάγονται συμβιβασμούς ή «κατευνασμούς» ακόμη.
Η πολιτική των ΗΠΑ, έχει γίνει μια «άνευ προηγουμένου σειρά κυρώσεων και εξοστρακισμών. Η ιστορία διδάσκει ότι η αφοσίωση και η διπλωματία πληρώνουν καλύτερα μερίσματα, οι στρατιωτικές απειλές δεν πληρώνουν. Η ανάπτυξη μιας στρατιωτικής δύναμης μπορεί να φέρει την άμεση ψευδαίσθηση της «επιτυχίας», αλλά πάντα καταλήγει σε απρόβλεπτες συνέπειες και παράπλευρες απώλειες που περιπλέκουν περαιτέρω την επίτευξη των κύριων στόχων της Αμερικής. Η ανάπτυξη διπλωματών με μια στρατηγική, διατηρώντας παράλληλα κάποια πίεση στο Ιράν θα μείωνε τον επείγοντα χαρακτήρα της Τεχεράνης να κατασκευάσει μια βόμβα και θα μείωνε τον κίνδυνο σύγκρουσης. "Αντ 'αυτού, οι ΗΠΑ έχουν εμπλακεί σε μια «αδυσώπητη αναζήτηση» για να διαπραγματευτούν με το Ιράν, έχουν κολλήσει σε μια πολιτική που δεν θα αλλάξει τις πρακτικές του Ιράν ή το καθεστώς του και θα μπορούσε να οδηγήσει σε έναν καταστροφικό πόλεμο».
Αυτές οι αμερικανικές αντίθετες φωνές εναντίον ενός καταστροφικού πολέμου πρέπει να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα, που δεν είναι άλλη από την απομάκρυνση του Προέδρου Ομπάμα από την προεδρία, με νόμιμα διαθέσιμα συνταγματικά μέσα, ώστε να αποφευχθεί ένας πόλεμος.
Μόνο με την αφαίρεση του βρετανικού έλεγχου του αμερικανικού πυρηνικού οπλοστασίου μπορεί να αποτραπεί ο πόλεμος σε αυτή την προχωρημένη στιγμή.
Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα που αντιμετωπίζει η υφήλιος με το ξεκίνημα του νέου έτους.
Ο *Lyndon Hermyle Larouche, είναι ένας Αμερικανός πολιτικός ακτιβιστής και ιδρυτής ενός δικτύου πολιτικών επιτροπών, κομμάτων, και δημοσιεύσεων συλλογικά γνωστών ως κίνημα Larouche . Συχνά περιγράφεται ως πολιτικός εξτρεμιστής, έχει γράψει δημοσιεύσεις σχετικά με οικονομικά, επιστημονικά, και πολιτικά ζητήματα, καθώς και για την ιστορία, τη φιλοσοφία και την ψυχανάλυση, με την προώθηση σε μεγάλο βαθμό μιας συνωμοτικής άποψης της ιστορίας και της επικαιρότητας. Στη δεκαετία του 90 έβαλε δυο φορές υποψηφιότητα για την Προεδρία των ΗΠΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου