Ο Ερντογάν εκτόξευσε απειλές εναντίον του Εκπροσώπου του Εθνικού Στρατού της Λιβύης, που ηγεαίται ο Χαφτάρ
Η πορεία της Λιβύης προς τη διάλυση και τη σημερινή εικόνα ενός πλήρως κατακερματισμένου –οιονεί– κράτους είναι πολυετής. Πλήθος διακυμάνσεων, κυρίως στο επίπεδο της ισορροπίας ισχύος μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, έχουν καλλιεργήσει την εικόνα μιας «αναμπουμπούλας», από την οποία φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει ο «λύκος».
Η Τουρκία υποστηρίζει δυναμικά την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ) με έδρα την Τρίπολη ενάντια στις δυνάμεις του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, παρέχοντας έως και στρατιωτικό εξοπλισμό και εξωθώντας τους αντιπάλους στην ουσιαστική κήρυξη πολέμου στην Άγκυρα. Κατά τους τελευταίους μήνες ο Χάφταρ έχει διατάξει πλήγματα σε όποιον τουρκικό στόχο καθίσταται αντιληπτός, καθώς και τη σύλληψη Τούρκων πολιτών που θα βρεθούν στη ζώνη ελέγχου των δυνάμεών του.
Αποκορύφωμα της εμπλοκής της Άγκυρας αποτέλεσε η αποστολή τεθωρακισμένων, τα οποία ανέτρεψαν εν πολλοίς την ισορροπία δυνάμεων στη Λιβύη και επέφεραν σημαντικές νίκες για την ΚΕΕ, τη στιγμή κατά την οποία βρισκόταν υπό σημαντικότατη πίεση (Απρίλιος-Ιούνιος 2019).Προς τι, όμως, ο συγκεκριμένος ζήλος;
Αναμφισβήτητα η Λιβύη διαθέτει μια εγγενώς υψηλή γεωπολιτική αξία, ιδιαιτέρως ως προς τον οικονομικό πυλώνα ισχύος της. Αρκεί να σημειωθεί ότι τα αποδεδειγμένα αποθέματα φυσικού αερίου ξεπερνούν το 1,5 δισ. κ.μ., ενώ τα αντίστοιχα αποδεδειγμένα αποθέματα πετρελαίου ανέρχονται σε περίπου 48 εκ. βαρέλια. Η κρισιμότητα των εν λόγω πόρων είναι περαιτέρω αξιοσημείωτη, αν λάβει κάποιος υπόψη ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό της αξίας των εξαγωγών αφορά υδρογονάνθρακες, ενώ και η ίδια η εξαγωγική δυνατότητα ενισχύεται από το γεγονός της χαμηλής ζήτησης στο εσωτερικό (⅕ της παραγωγής κατευθύνεται στην εγχώρια αγορά).
Ενόσω κεντρικό στρατηγικό στόχο της Τουρκίας αποτελεί η ανάδειξή της σε διαμορφωτική συνιστώσα των προοπτικών ενεργειακής ασφάλειας της ευρωπαϊκής αγοράς, προφανώς ενδιαφέρεται για τον έλεγχο των εναλλακτικών παρόχων της ΕΕ. Εξάλλου, η ζήτηση στα κράτη-μέλη αυξάνεται, η παραγωγή της Βορείου Θάλασσας μειώνεται και γίνεται πιο κοστοβόρα, η εξάρτηση από τη Ρωσία δεν είναι επιθυμητή, και ο νότιος διάδρομος (Τουρκία, Ανατολική Μεσόγειος και Βόρειος Αφρική) προκύπτει ως η εναπομείνασα λύση. Γι’ αυτόν το λόγο, η στρατηγική της Άγκυρας στη Λιβύη κρίνεται ως άμεσα συνδεδεμένη με τη στρατηγική της έναντι της Κύπρου, καθώς μέλημα είναι ο πλήρης έλεγχος του «τέταρτου εναλλακτικού» διαδρόμου για τον «μεγάλο καταναλωτή», ήτοι την ΕΕ.
Ο δεύτερος λόγος επίδειξης ζήλου από πλευράς της Άγκυρας συνάδει με τη στρατηγική εικόνα της στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Πέραν της διακηρυγμένης στόχευσής της να καταστεί ηγεμονικός πόλος στο εν λόγω γεωπολιτικό σύμπλοκο, ενδιαφέρεται και για τη γενικότερη επικράτησή της εντός του μουσουλμανικού κόσμου. Τούτο δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα δίχως αξιοπιστία και κύρος, θεμελιωμένα επί απτών επιχειρησιακών δυνατοτήτων οι οποίες να εξισορροπούν αντιστοίχως αποτελεσματικά τις αλλότριες πηγές επήρειας, όπως εν προκειμένω της Αιγύπτου.
Στο πρόσφατο παρελθόν η Τουρκία έχει εξευτελιστεί όταν επιχείρησε να διαδραματίσει το ρόλο του «μεγάλου αδελφού» χωρίς χρήματα και επαρκείς ένοπλες δυνάμεις στον Καύκασο και στην κεντρική Ασία.
Έναντι ιδίων προκλήσεων βρίσκεται και σήμερα επιθυμώντας να αποδείξει ότι θέλει και μπορεί να επεμβαίνει στη Συρία, στο Ιράκ ή και στη Λιβύη δίχως να λογοδοτεί και δίχως να εξισορροπείται από υπέρτερες δυνάμεις, όπως συνέβη στην πρότερη περίπτωση με τη Ρωσία κατά τη δεκαετία του ’90. Με λίγα λόγια, το λιβυκό παίγνιο συνιστά ευκαιρία επίδειξης δύναμης ή δοκιμής με προοπτική τη «μεταποικιοκρατική εποχή», όπως την έχει οροθετήσει ο Αχμέτ Νταβούτογλου.
Τα ανωτέρω ενέχουν και τη διάσταση των επενδύσεων και της οικονομικής διείσδυσης. Πλήθος τουρκικών κατασκευαστικών εταιρειών και πάσης φύσεως «funds» δραστηριοποιούνται στη Λιβύη, ακόμη και εν τω μέσω του εμφυλίου. Αυτά έχουν ενδυναμώσει την τουρκική παρουσία στη χώρα και έχουν ταυτιστεί με την εμπλοκή της ίδιας της κυβέρνησης Ερντογάν, καθώς άλλωστε η διεθνής δραστηριοποίηση των τουρκικών επιχειρήσεων τίθεται προ πολλού υπό τη θεσμική προστασία και τον έλεγχο αρμόδιας διεύθυνσης του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών. Η ευθυγράμμιση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με τις πολιτικοστρατηγικές προτεραιότητες της επίσημης τουρκικής πολιτείας είναι προ πολλού γεγονός.
Τελευταία πτυχή είναι προφανώς η Ελλάδα. Ο προαιώνιος φόβος της Άγκυρας για ενδεχόμενη στρατηγική περικύκλωσή της και αποκοπή της από τα διεθνή ύδατα σταδιακά αντιστρέφεται με τη στρατηγική περικύκλωση της Ελλάδας εκ μέρους της Τουρκίας. Η διμερής συνεργασία με την Αλβανία ήταν μόνο η αρχή, καθώς οι διπλωματικές κινήσεις της Τουρκίας στο επίπεδο της εμπλοκής της στην οροθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ με τη Λιβύη αποδεικνύουν ότι επιχειρείται η καλλιέργεια συνθηκών διάστασης μεταξύ Αθήνας και Τρίπολης, όπως συνέβη και στην περίπτωση των Τιράνων. Η στρατιωτική παρουσία της Άγκυρας είναι ακόμη ένα σημαντικό ζήτημα, ενόψει και της απαρχής ερευνών και εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης.
Ενώπιον των ως άνω ισορροπιών, η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να μείνει αμέτοχη.
Η Λιβύη βρίσκεται στη γειτονιά της και οφείλει να έχει λόγο, ενώ η περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας με την Αίγυπτο και την παρούσα κυβέρνηση του στρατηγού Αλ Σίσι δείχνει να επιβάλλεται εκ των συνθηκών. Διανύουμε τη φάση της καλλιέργειας συνθηκών αντισυσπειρώσεων έναντι του τουρκικού ηγεμονισμού, και με αυτόν το γνώμονα οφείλουμε να πορευόμαστε αν θέλουμε να υπερασπιστούμε τα εθνικά συμφέροντα και να εδραιώσουμε τη διαπραγματευτική θέση μας έναντι των διεθνών πόλων ισχύος. Ουδείς θα προστρέξει, αν εμείς οι ίδιοι δεν «τρέξουμε»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου