Η δημοσκόπηση της Ζούγκλας για την ιχνηλάτηση των τάσεων που κυριαρχούν στην κοινωνία μετά το lockdown και την υγειονομική κρίση και εν μέσω οικονομικής ανασφάλειας λόγω παγκόσμιας ύφεσης διήρκεσε έξι εικοσιτετράωρα. Συμμετείχαν ψηφίζοντας με έγκυρη ψήφο στην ψηφιακή κάλπη 4.498 πολίτες-ψηφοφόροι. Δηλαδή πρόκειται για δείγμα ασφαλές και αξιόπιστο, το οποίο ελέγχθηκε από την επιστημονική ομάδα η οποία συνεργάζεται με το zougla.gr. Το αποτέλεσμα σταθμίστηκε σύμφωνα με τα επίσημα δημογραφικά δεδομένα και ζυγίστηκε με βάση το τελικό αποτέλεσμα των εκλογών του 2019. Στη δημοσκοπική έρευνα συμμετείχαν πολίτες, άνδρες και γυναίκες από 17 ετών και άνω. Παρακάτω μπορείτε να δείτε την ταυτότητα της δημοσκοπικής έρευνας.
Παρουσίαση της Μεγάλης Δημοσκόπησης
Στην ψηφοφορία το 89% των ψηφισάντων ήταν άνδρες και το 11% γυναίκες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που οι ίδιοι οι συμμετέχοντες κατέθεσαν, το 53% των ψηφισάντων ανήκουν στην ηλικιακή κατηγορία 45-64 ετών και το 35% στην κατηγορία των 25-44 ετών. Το 10% των συμμετεχόντων είναι 65 ετών, ενώ το 2% ανήκει στην κατηγορία των 18-24 ετών.
Οι ψηφίσαντες στη δημοσκοπική έρευνα της Ζούγκλας ζουν κατά 86% σε αστικά κέντρα, ενώ το 14% σε αγροτικές περιοχές.
Όπως δείχνει και το παρακάτω γράφημα, το 48% των ψηφισάντων ζουν στην Αθήνα, το 11% στη Θεσσαλονίκη και το υπόλοιπο 41% ζει στην ελληνική περιφέρεια.
Από το σύνολο των 4.498 πολιτών που κατέθεσαν την ψήφο τους στην ψηφιακή κάλπη της Ζούγκλας, το 42% έχουν σπουδάσει σε ανώτατη σχολή, το 28% έχει ολοκληρώσει σπουδές στην ανώτερη εκπαίδευση και το 30% έχει τελειώσει τον κύκλο της Μέσης Εκπαίδευσης, όπως δείχνει και το παρακάτω γράφημα.
Οι απαντήσεις των πολιτών στα ερωτήματα
Το πρώτο ερώτημα επιχειρεί να εντοπίσει τον βαθμό ανησυχίας των πολιτών σε μία σειρά από σοβαρά ζητήματα που αντιμετωπίζει η χώρα όπως η Οικονομία, η Υγειονομική Κρίση, αλλά και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και το ενδεχόμενο μίας κλιμάκωσης της έντασης. Η διαβάθμιση των ανησυχιών των πολιτών, όπως δείχνει και το γράφημα, έχει ως εξής:
Το 41% των πολιτών ανησυχεί για την πορεία της Οικονομίας και την παγκόσμια ύφεση.
Το 21% ανησυχεί για το ενδεχόμενο 2ου κύματος πανδημίας.
Στην τρίτη θέση ως προς τον βαθμό ανησυχίας με 18% έρχονται τα ελληνοτουρκικά και το ενδεχόμενο διμερούς σύγκρουσης, ενώ το 17% των ψηφισάντων θεωρεί πώς η ανεργία είναι το ζήτημα που τους ανησυχεί περισσότερο. Δηλαδή περίπου το 60% των συμπατριωτών μας θεωρεί πως η πορεία της Οικονομίας και ως εκ τούτου και η εκτόξευση ή όχι της ανεργίας μετά και την περίοδο του lockdown είναι το σημαντικότερο ζήτημα που απασχολεί ή που πρέπει να ανησυχεί την κοινωνία.
Το επόμενο ερώτημα αφορά τη στάση που τήρησε η Εκκλησία κατά τη διάρκεια της πανδημίας και ενώ η Πολιτεία επιχειρούσε να αντιμετωπίσει την επέλαση του κορωνοϊού. Όπως καταδεικνύεται και στο παρακάτω διάγραμμα, το 46% των πολιτών κρίνουν πως η στάση της Εκκλησίας ήταν αρνητική και μόλις το 26% εκτιμά πως η στάση της ήταν θετική. Ένα 25% εκτιμά πως η στάση των Εκκλησιαστικών Αρχών και του Κλήρου γενικά ήταν ουδέτερη.
Στην επόμενη ερώτηση οι πολίτες κλήθηκαν να τοποθετηθούν έναντι της απόδοσης της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης. Έτσι στο ερώτημα «Πώς θα χαρακτηρίζατε τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από την κυβέρνηση» με μεγάλη πλειοψηφία, που φθάνει το 61,2%, οι πολίτες χαρακτηρίζουν το έργο της κυβέρνησης θετικό, ενώ το 30,1% αρνητικό. Μεγάλο είναι το ποσοστό που αγγίζει το 8% των πολιτών που δεν παίρνουν θέση και προτιμούν να δηλώσουν «Δεν ξέρω/Δεν απαντώ», παρ΄ ότι το ζήτημα της πανδημίας είναι εξαιρετικά κρίσιμο και αφορούσε το σύνολο του πληθυσμού στην καθημερινότητά του. Αυτό το 8% χρειάζεται μία πιο επισταμένη προσέγγιση για να εξηγηθεί.
Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον έχουν οι απαντήσεις των πολιτών στο επόμενο ερώτημα που αφορά το πώς εξέλαβαν την επιβολή του ολικού lockdown λόγω Covid-19. Το 58% των πολιτών, μία ισχυρή πλειοψηφία δηλαδή αλλά καθόλου ισοπεδωτική, συμφωνεί ή μάλλον συμφωνεί με τον τρόπο που επιβλήθηκε το lockdown. Αντιθέτως το ένα τρίτο των πολιτών δηλώνει πως διαφωνεί πλήρως ή μάλλον διαφωνεί. Ένα αξιοσημείωτο ποσοστό της τάξης του 12% δηλώνει πως ούτε συμφωνεί ούτε και διαφωνεί και δεν παίρνει ξεκάθαρη θέση. Είναι προφανές πως αυτό το διάγραμμα πρέπει να βάλει σε σκέψεις τα κέντρα λήψης αποφάσεων ως προς τις μελλοντικές κινήσεις που θα χρειαστούν να γίνουν σε περίπτωση δεύτερου - απειλητικού κύματος κορωνοϊού. Το κατά πόσο δηλαδή θα πρέπει να εφαρμοστεί όπως εφαρμόστηκε το lockdown ή αν πρέπει να προκριθεί άλλη εναλλακτική εφαρμογή.
Στο παρακάτω γράφημα αποτυπώνεται η εκτίμηση για τον τρόπο δράσης του Σωτήρη Τσιόδρα κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης. Οι πολίτες κλήθηκαν να κρίνουν συνολικά τη συμπεριφορά και βεβαίως τον τρόπο διαχείρισης της μείζονος κρίσης, που αναδείχθηκε από τα Μέσα Επικοινωνίας κυρίαρχη προσωπικότητα στην αντιμετώπιση του Covid-19.
Οι απαντήσεις που δίνουν οι πολίτες όχι εν θερμώ, αφού η κρίσιμη περίοδος της πανδημίας έχει σε αυτή τη φάση ολοκληρωθεί και αποκαθίσταται σχετικά και βήμα βήμα η κανονικότητα, αλλά εν ψυχρώ, διαφέρουν από εκείνα τα ποσοστά που είχαν δημοσιοποιηθεί από συμβατικές δημοσκοπικές έρευνες κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Έτσι το 43,3% των πολιτών εκτιμά πως η διαχείριση της πανδημίας από τον Σωτήρη Τσιόδρα ήταν επαρκής και το 18% πως ήταν μάλλον επαρκής. Σύνολο θετικών εκτιμήσεων 61,6%. Το ποσοστό αυτό απέχει πολύ από τα σαρωτικά ποσοστά που άγγιζαν ακόμα και το 90% όπως προ αρκετών εβδομάδων αποτυπώθηκαν σε δημοσιευμένες έρευνες της κοινής γνώμης. Ένα μεγάλο ποσοστό της τάξης του 17,7% δεν παίρνει θέση και εκτιμά πως ο τρόπος διαχείρισης της κρίσης από τον πανεπιστημιακό καθηγητή δεν ήταν ούτε επαρκής ούτε και ανεπαρκής. (Μπορεί κανείς να διαγνώσει μία «νότα» αρνητικότητας σε αυτή τη συγκεκριμένη στάση των πολιτών.
Τέλος ένα 18,5% απαντά με αρνητικές εκτιμήσεις για τον κ. Τσιόδρα.
Με το επόμενο ερώτημα επιχειρείται να ιχνηλατηθεί ο τρόπος με τον οποίο ενημερώνονταν οι πολίτες κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης. Οι απαντήσεις έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και αποτυπώνουν μία νέα πραγματικότητα. Με σαρωτική πλειοψηφία οι πολίτες επέλεξαν το Διαδίκτυο για την ενημέρωσή τους. Το 70% προτίμησε να ενημερώνεται από τις ενημερωτικές ιστοσελίδες αφήνοντας σε απόσταση την Τηλεόραση, η οποία συγκέντρωσε μόνον το 23,9% των προτιμήσεων των πολιτών. Μόνον το 2% δήλωσε πως προτίμησε το Ραδιόφωνο για την ενημέρωση του, ενώ μόνον το 1,1% έκανε χρήση έντυπου τύπου. Τα συμπεράσματα είναι ξεκάθαρα. Σε περίπτωση μείζονος κρίσης οι πολίτες στρέφονται στο διαδίκτυο για την άμεση και πολυδιάστατη ενημέρωσή τους. Το ίντερνετ διαδραματίζει πλέον τον ρόλο που μονοπωλιακά διατηρούσε η τηλεόραση τις περασμένες δεκαετίες.
Ως προς τους τηλεοπτικούς σταθμούς τώρα τους οποίους εμπιστεύτηκαν οι πολίτες για την ενημέρωσή τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας (δείτε το παρακάτω γράφημα), εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι στην πρώτη θέση των προτιμήσεων έρχεται η Δημόσια Τηλεόραση, η οποία συγκεντρώνει το ίδιο ποσοστό, 12,5%, με τον ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ. Στην τρίτη θέση έρχεται ο Τ/Σ OPEN και στην 4η θέση βρίσκεται το κανάλι KONTRA. Χαμηλότερα στην 5η και 6η θέση βλέπουμε το MEGA και τον ANT1. Στην 7η θέση είναι ο ALPHA και πιο κάτω ο σταθμός STAR.
Αποτυπώθηκε και ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της τάξης του 32,9%, το οποίο δηλώνει «Δεν ξέρω/Δεν απαντώ». Αυτό το ποσοστό που αντιστοιχεί στο ένα τρίτο της κοινής γνώμης προφανώς και δεν απαξιώνει την ενημέρωση ούτε και δηλώνει πως δεν ενημερωνόταν κατά την πανδημία από τη στιγμή που κάποιες πληροφορίες ήταν ζωτικής σημασίας για την καθημερινή ζωή του πολίτη. Θα μπορούσε αναμφίβολα κανείς να εκτιμήσει πως αυτό το 32,9% απαξιώνει τα συστημικά ΜΜΕ. Είναι θέμα προς συζήτηση και συστηματική ανάλυση και πάντως είναι βασικό ζήτημα προβληματισμού για το πώς αντιμετωπίζει η κοινωνία το μείζον ζήτημα της ενημέρωσης και το κατά πόσο η κοινωνία αυτή εμπιστεύεται τη συστημική παραγωγή της ενημέρωσης.
Στο επόμενο γράφημα αποτυπώνεται πώς οι πολίτες αντιμετωπίζουν την προοπτική ολοκληρωτικής απαλλαγής από τον κίνδυνο του Covid-19. Εμβόλιο ή φαρμακευτική αγωγή και θεραπεία;
Το 14%, πολύ περιορισμένο ποσοστό, εναποθέτει τις ελπίδες του στην Παρασκευή εμβολίου, ενώ το 25% στην παρασκευή φαρμάκου κατά του κορωνοϊού. Το 50% δηλώνει πως ο συνδυασμός εμβολίου και φαρμάκου θα ήταν η ασφαλέστερη προοπτική.
Τα επόμενα ερωτήματα αφορούν τη διαμόρφωση του γενικότερου πολιτικού σκηνικού και την απήχηση που είχαν στην κοινωνία τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση στην Οικονομία και στον τομέα της Εργασίας.
Έτσι στο επόμενο διάγραμμα βλέπουμε πως το 36% των πολιτών κρίνει πως τα μέτρα που ελήφθησαν για την προστασία των θέσεων εργασίας κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. To 12% κρίνει πως οι κινήσεις αυτές είναι ικανοποιητικές. Δηλαδή ένα σύνολο της τάξης του 48% έχει θετική στάση έναντι των κυβερνητικών χειρισμών. Αντιθέτως το 49% των πολιτών διατηρεί αρνητική στάση για τους κυβερνητικούς χειρισμούς εκτιμώντας πως τα εξαγγελθέντα μέτρα κινούνται σε λάθος κατεύθυνση (35%) ή δεν είναι ικανοποιητικά (14%).
Στο παρακάτω γράφημα αποτυπώνεται η άποψη των πολιτών για τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για τη στήριξη της Οικονομίας. Οι θετικές απόψεις για την κυβέρνηση μειοψηφούν. Το 43% των πολιτών μόνον θεωρεί πως τα μέτρα αυτά κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. Αντιθέτως το 46% των πολιτών εκτιμά πως τα μέτρα κινούνται προς τη λάθος κατεύθυνση. Το 11% απαντά «Δεν ξέρω/Δεν Απαντώ». Είναι προφανές πως στον στίβο της πραγματικής πολιτικής (και Οικονομίας) και πέρα από τα επικοινωνιακά τεχνάσματα η κοινωνία καταλήγει σε διαφορετικά συμπεράσματα από εκείνα που επιδιώκουν οι κυβερνητικοί επικοινωνιολόγοι.
Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών αδιαφορεί ή δεν θεωρεί απαραίτητο να ασχολείται με την υπόθεση «Ανασχηματισμός». Αντιλαμβανόμενοι οι πολίτες πως ο κάθε κυβερνητικός ανασχηματισμός είναι πρωτίστως ένα επικοινωνιακό παιχνίδι όλων των κυβερνήσεων παίρνουν τις αποστάσεις τους. Έτσι το καταλυτικό 45% αδιαφορεί πλήρως για το εάν θα πρέπει ή όχι να γίνει ανασχηματισμός, ενώ το χαρακτηριστικό 34,7% δηλώνει πως δεν υπάρχει λόγος να γίνει ανασχηματισμός. Μόνον ένα «σκληροπυρηνικό» και προφανώς κομματικής προέλευσης 15,4% κρίνει πως ο ανασχηματισμός είναι απαραίτητος.
Στο ερώτημα αν πρέπει να διεξαχθούν πρόωρες εκλογές, το μήνυμα των πολιτών είναι σαφές και ξεκάθαρο. Το 70,2% θεωρεί πως δεν πρέπει να διεξαχθούν πρόωρες εκλογές. Μόνον το 21,1% τάσσεται υπέρ της διεξαγωγής τους. Ακόμα και εντός της Νέας Δημοκρατίας το ποσοστό που δεν επιθυμεί πρόωρες εκλογές είναι συντριπτικό και φθάνει το 78,6%. Ούτε οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ επιθυμούν πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, αφού το 66,1% απορρίπτει μία τέτοια προοπτική.
Στο παρακάτω γράφημα αποτυπώνεται ο βαθμός απαισιοδοξίας των πολιτών ως προς τις οικονομικές προοπτικές. Το κλίμα είναι βαρύ και οι υφεσιακές προοπτικές για την παγκόσμια οικονομία επηρεάζουν και την ελληνική κοινωνία. Ήδη, όπως είδαμε και προηγουμένως, οι Έλληνες ανησυχούν πρωτίστως για την πορεία της Οικονομίας. Στο γράφημα που ακολουθεί η ανησυχία αυτή εκφράζεται και ως απαισιοδοξία για το μέλλον, αφού το 69% των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση δήλωσαν πως η κατάσταση της Οικονομίας θα είναι χειρότερη κατά την επόμενη περίοδο. Το 16% θεωρεί πως τα πράγματα θα είναι τα ίδια, ενώ μόνον ένα 12% εκτιμά πως η οικονομική κατάσταση θα είναι καλύτερη στο μέλλον.
Πώς σκέπτονται οι πολίτες για τον πρωθυπουργό.
Στο ερώτημα κατά πόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης με την έως σήμερα θητεία του είναι πετυχημένος ή αποτυχημένος, το 41,6% των ερωτηθέντων απαντά θετικά και θεωρεί πετυχημένη την πορεία του πρωθυπουργού. Το 30,2% θεωρεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη αποτυχημένο, ενώ ένα αξιοσημείωτο 26,3% θεωρεί πως ο κ. Μητσοτάκης δεν είναι ούτε πετυχημένος ούτε και αποτυχημένος. Θεωρεί δηλαδή πως η μέχρι σήμερα θητεία του ανήκει στη φάση του πολιτικού λυκόφωτος.
Τα πράγματα δεν είναι ιδιαιτέρως θετικά και μάλλον εξελίχθηκαν αρνητικά για τον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, αφού το 52% των πολιτών κρίνουν πως αν ήταν ακόμη πρωθυπουργός θα διαχειριζόταν χειρότερα την κρίση του κορωνοϊού. Μόλις το 17% των ερωτηθέντων εκτιμά πως θα ήταν καλύτερος διαχειριστής της κρίσης. Το 21% κρίνει πως το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο και το αυτό. Διαπιστώνεται δηλαδή ένα έλλειμμα αξιοπιστίας ως προς τη διαχείριση με αποτελεσματικότητα και σοβαρότητα μεγάλων και σημαντικών κρίσεων. Πρόκειται για ένα πολιτικό ντεζαβαντάζ το οποίο θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη του ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Κατόπιν όλων των προηγουμένων καταλήγουμε στο πάγιο ερώτημα περί καταλληλότητας πρωθυπουργού, όπου ο Κυριάκος Μητσοτάκης προηγείται με καθαρή διαφορά από τον Αλέξη Τσίπρα. Ο σημερινός πρωθυπουργός προηγείται με ένα 41,5% του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο οποίος συγκεντρώνει ένα 25,6%. Το ποσοστό των πολιτών που θεωρεί πως κανένας από τους δύο δεν είναι ο καταλληλότερος περιορίζεται στο 29,9% .
Πρόθεση ψήφου
Το «κρίσιμο» μέγεθος σε κάθε δημοσκόπηση είναι η πρόθεση ψήφου. Η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη συμπληρώσει -τυπικά τουλάχιστον- ένα έτος θητείας. Ωστόσο η πανδημία, η μεταναστευτική κρίση, καθώς και οι σοβαρότατες και αναπόφευκτες διεθνείς υφεσιακές πιέσεις δικαιολογούν την προσφυγή στη δημοσκοπική έρευνα για να ιχνηλατηθούν οι βασικές τάσεις της κοινωνίας.
Έτσι και στη βάση ενός πολύ καλού δείγματος που αγγίζει τους 4.500 συμμετέχοντες στη δημοσκόπηση της Ζούγκλας, αν οι εκλογές διεξάγονταν την επόμενη Κυριακή, η Νέα Δημοκρατία θα ερχόταν πρώτη με 34% και ο ΣΥΡΙΖΑ δεύτερος με 26%, με τη μεταξύ τους διαφορά να ανέρχεται στις 8 ποσοστιαίες μονάδες. Τρίτο κόμμα το ΚΙΝΑΛ με ένα 5%, που σημαίνει πως διατηρεί απλώς το μίνιμουμ των δυνάμεών του χωρίς να καταφέρνει να συγκεντρώσει έστω και ένα μικρό ποσοστό δυσαρεστημένων από τα δύο μεγάλα κόμματα. Παρατηρείται πως το ΚΙΝΑΛ έναν χρόνο μετά τις εκλογές δεν βρίσκει βηματισμό και εξαντλείται από την ασφυκτική πίεση που του ασκείται από τα δεξιά και από τα αριστερά του.
Στην τέταρτη θέση είναι το ΚΚΕ με ένα 4,4%, βρίσκεται δηλαδή σε χαμηλά επίπεδα, κοντά στο κατώτερο ποσοστό που παραδοσιακά συγκεντρώνει. Η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου δεν δείχνει δυναμική και ένα μεγάλο ποσοστό των ψηφοφόρων του έχει ήδη μεταναστεύσει προς το κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη, όπως δείχνουν οι μετακινήσεις ψηφοφόρων. Με 2,1% η Ελληνική Λύση δεν θα κατάφερνε να εισέλθει στο Κοινοβούλιο αν οι εκλογές διεξάγονταν την επόμενη Κυριακή.
Αντιθέτως στα ίδια οριακά ποσοστά που του επιτρέπουν την είσοδο στη Βουλή κινείται το ΜέΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη. Συγκεντρώνει το 3,1% των προτιμήσεων σε αυτή τη δημοσκόπηση.
Από τα υπόλοιπα εκτός Βουλής κόμματα αξιοσημείωτο ποσοστό που του επιτρέπει την είσοδο στο Κοινοβούλιο συγκεντρώνει το νεοϊδρυθέν κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος με το 5,4% που επιτυγχάνει αθροίζει παλαιούς ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής που τον ακολουθούν, καθώς και περίπου το 25% των ψηφοφόρων της Ελληνικής Λύσης του Κυριάκου Βελόπουλου. Ο Ηλίας Κασιδιάρης αναδεικνύεται δηλαδή κυρίαρχος εκπρόσωπος της ελληνικής Άκρας Δεξιάς.
Η αδιευκρίνιστη ψήφος συγκεντρώνει συνολικά ένα 16,5%, πολύ χαμηλό ποσοστό αν σκεφτεί κανείς πως οι εκλογές είναι ακόμη αρκετά μακριά ως προοπτική. Πολύ χαμηλό είναι το ποσοστό της αποχής.
Υψηλό ποσοστό συσπείρωσης επιτυγχάνει η Νέα Δημοκρατία, που συγκεντρώνει ένα 77,6%. Το κυβερνητικό κόμμα παρουσιάζει διαρροές προς τα ακροδεξιά και το κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη της τάξης του 6,4% και προς τον ΣΥΡΙΖΑ (7,7%). Μία πολύ μικρή διαρροή παρατηρείται από τη ΝΔ προς το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου, που δεν ξεπερνά το 1,2% και το οποίο δεν προσδίδει τίποτε στην Ελληνική Λύση, που τροφοδοτεί με το 25% των ψηφοφόρων της το κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη (δείτε το παρακάτω γράφημα).
Σε ικανοποιητικό επίπεδο κινείται η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία είναι πολύ ισχυρότερη από εκείνη που σημείωνε λίγο πριν από τις εκλογές του 2019. Με 70,7% η Κουμουνδούρου δείχνει να έχει διαρροή ψηφοφόρων της τάξης του 3,1% προς το κόμμα του Γιάνη Βαρουφάκη και πως ο μεγαλύτερος «εχθρός» του ΣΥΡΙΖΑ είναι η μη επιστράτευση αριστερών ψηφοφόρων (13,1% απαντούν «Δεν ξέρω/Δεν απαντώ», που είναι αν μη τι άλλο δυσεξήγητο).