Powered By Blogger

Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

ΟΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΗΝ ΒΟΡΕΙΟΔΥΤΙΚΗ ΚΙΝΑ‏

 Κινεζικοί χαρακτήρες για την ονομασία Νταγιουάν (ΜΕΓΑΛΟΙ  ΙΩΝΕΣ).
 Οι  Νταγιουάν στη  Φεργκάνα, ήταν ένας από τους τρείς ανεπτυγμένους πολιτισμούς της Κεντρικής  Ασίας το 130 π.Χ., μαζί με την Παρθική  
αυτοκρατορία και το Ελληνικό  βασίλειο της  Βακτριανής, σύμφωνα με το  Κινεζικό  ιστορικό  έργο Βιβλίο  του  Χαν.

Οι Νταγιουάν ή Ταγιουάν (Κινέζικα: 大宛, pinyin: Dàyuān,Μεγάλοι Ίωνες) ήταν λαός στην τοποθεσία της κοιλάδας ΦΕΡΓΚΑΝΑ στην Κεντρική Ασία,
 ο οποίος περιγράφεται στα Κινεζικά ιστορικά έργα των Γραπτών του  Μεγάλου  
Ιστορικού   και του Βιβλίου  των  Χαν. Αναφέρεται επίσης στα γραπτά του διάσημου Κινέζου εξερευνητή Ζανγκ  Κιάν (Zhang Qian) το 130  π.Χ. κατά τις πολυάριθμες αποστολές και εξερευνήσεις που έκανε στην Κεντρική Ασία. Η χώρα των Νταγιουάν είναι γενικά αποδεκτό πως σχετίζεται με την κοιλάδα της Φεργκάνα, τοποθεσία που αντιστοιχεί στην διασταύρωση των σημερινών Ουζμπεκιστάν,  Τατζικιστάν  και Κιργιστάν, κοντά στην περιοχή της βορειοδυτικής Κίνας.
 Απεικόνιση  Έλληνα στρατιώτη, σε μάλλινη επένδυση τοίχου.
ΤΑΠΙΣΕΡΙ ΤΗΣ ΣΑΜΠΟΥΛ  (Sampul tapestry), Ουρούμτσι,  Σιντζιάνγκ,  
Δυτική  Κίνα.
Οι Κινεζικές μαρτυρίες, περιγράφουν τους Νταγιουάν ως κατοίκους οχυρωμένων πόλεων με τους ίδιους να έχουν Καυκάσια χαρακτηριστικά, και οι τρόποι και έθιμα τους να είναι πανομοιότυποι με τους κατοίκους του Ελληνικού  βασιλείου  της Βακτριανής, ένα Ελληνιστικό βασίλειο το οποίο κυβερνούσε την περιοχή της Βακτρίας, νοτιότερα, στην περιοχή που αντιστοιχεί στο σημερινό βόρειο Αφγανιστάν. Οι Νταγιουάν περιγράφονται επίσης ως ικανοί τεχνίτες καθώς και πως έτρεφαν ιδιαίτερη αγάπη στο κρασί.
Οι Νταγιουάν, ήταν οι απόγονοι των Ελλήνων αποίκων και στρατιωτών οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή το 329  π.Χ. μέσω των εκστρατειών του Μεγάλου ΑΣλεξάνδρου, και αργότερα μετακινήθηκαν βορειότερα από την Αλεξάνδρεια  την Εσχάτη, ευημερώντας παράλληλα με τα Ελληνιστικά βασίλεια των Σελευκιδών και των Ελληνοβακτρών, μέχρι που απομονώθηκαν από τους νότιους πληθυσμούς λόγω των μαζικών μεταναστεύσεων των Τόχαρων περίπου το 160 π.Χ. από τα βόρεια της Κίνας.
 Φαίνεται πως η ονομασία Γιουάν, ήταν απλώς μια μεταγραφή της Ινδικής λέξηςΓιόνα ή Γιαβάνα, η οποία χρησιμοποιούνταν σε όλη την Ασία για να περιγράψει τους  Έλληνες (Ίωνες), έτσι το Τα-γιουάν παίρνει τη σημασία του Μεγάλοι Ίωνες.
 Κινεζικοί χαρακτήρες για την ονομασία Νταγιουάν

Η αλληλεπίδραση μεταξύ των Νταγιουάν και των Κινέζων είναι ιστορικά κρίσιμη,καθώς αντιπροσωπεύει μια από τις πρώτες κύριες επαφές μεταξύ ενός αστικοποιημένου δυτικού πολιτισμού και του Κινεζικού, προλειαίνοντας το έδαφος για τον μετέπειτα σχηματισμό του Δρόμου  του  Μεταξιού, ο οποίος έγινε ο συνδετικός κρίκος μεταξύ Ανατολής και Δύσης κατά τις εμπορικές και πολιτιστικές ανταλλαγές που ξεκίνησαν από τον 1ο αιώνα π.Χ. και συνεχίστηκαν έως τον 15ο αιώνα.

Μακεδονική αυτοκρατορία και μετέπειτα δυναστεία των Σελευκιδών (329 – 160 π.Χ).

 Η περιοχή της Φεργκάνα κατακτήθηκε από τον Μ.  Αλέξανδρο το 329 π.Χ. και έγινε η πιο απομακρυσμένη βάση του στη Κεντρική Ασία. Εκεί ίδρυσε την Αλεξάνδρεια  την Εσχάτη στο νοτιοδυτικό τμήμα της κοιλάδας της Φεργκάνα, στις νότιες εκβολές του ποταμού Ιαξάρτη, στην σημερινή τοποθεσία που αντιστοιχεί στην πόλη του Χουτζάντ (Khujand) του Τατζικιστάν. Ο Αλέξανδρος οργάνωσε την κατασκευή ενός περιμετρικού τοίχους έξι χιλιομέτρων, και όπως και με τις προηγούμενες πόλεις που είχε ιδρύσει, τοποθέτησε εκεί μια τοπική φρουρά από Μακεδόνες  βετεράνους και τραυματίες για την διαχείριση της πόλης.
Το σύνολο της Βακτρίας, Τρανσοξιανής, και της Φεργκάνα παρέμεινε υπό τον έλεγχο της Ελληνιστικής δυναστείας  των  Σελευκιδών έως το 250 π.Χ.. Στο χρονικό σημείο αυτό, η περιοχή αυτή, διεκδήκησε και κέρδισε την ανεξαρτησία της από την διαχείριση των Σελευκιδών, και ως συνέπεια δημιουργήθηκε το ανεξάρτητο Ελληνικό  βασίλειο  της Βακτριανής  με ηγέτη τον Διόδοτο  της  
Βακτρίας.


Ελληνικό βασίλειο της Βακτριανής (250 – 160 π.Χ).

Ευθύδημος  Α΄, ο βασιλιάς του Ελληνικού  βασιλείου  της  Βακτριανής  
την περίοδο 230 – 200  π.Χ.
Οι Ελληνοβακτριανοί κράτησαν την περιοχή τους, και σύμφωνα με τον Στράβωνα επεκτάθηκαν πέρα από την Αλεξάνδρεια την Εσχάτη και επέκτειναν την αυτοκρατορία τους τόσο μακριά όσο τις Σήρες και τους Φρύνους - αρχαίες τοποθεσίες που αντιστοιχούν στην βορειοδυτική Κίνα-. Υπάρχουν ενδείξεις πως έφτασαν έως το σημερινό Κάσγκαρ (Kashgar) της επαρχίας Σιντγιάνγκ, πραγματοποιώντας έτσι την πρώτη γνωστή επαφή μεταξύ της Κίνας και της Δύσης στο 200  π.Χ.
 Ο Ελληνιστικός πολιτισμός στην Ινδική υποήπειρο: Ελληνικής τεχνοτροποίας ρουχισμός, αμφορείς, κρασί και μουσική (λεπτομέρεια από την  στούπα   του Τσακιλ - ι - Γκούντι,  Χάντα,  Γανδάρα,  1ος αιώνας

 Αργυρό τετράδραχμο του βασιλιά Ευκρατίδη  Α΄, κατά την βασιλεία του οποίου η Φεργκάνα κατακτήθηκε από τους Σάκες  περίπου στο 160  π.Χ.

Διάφορα αγαλματίδια και αναπαραστάσεις Ελλήνων στρατιωτών έχουν βρεθεί βορείως της οροσειράς Τιέν  Σαν, και σήμερα εκτίθονται στο μουσείο του Ουρούμτσι.
Περίπου στο 160 π.Χ., η περιοχή της Φεργκάνα φαίνεται να δέχτηκε εισβολή από τις φυλές των Σακών (Σάκαι, Περσική ονομασία για τους Σκύθες) τους οποίους οι Κινέζοι ονόμαζαν Σάι Ουάνγκ (Sai-Wang). Οι Σάκες αρχικά εγκαταστάθηκαν στην κοιλάδα του Ιλί  ποταμού (Ili) και στην ευρύτερη περιοχή της λίμνης  Ισίκ  Κουλ (Issyk Kul) του ανατολικού  Κιργιστάν, και οι ίδιοι είχαν εκτοπιστεί από τους Τόχαρους, οι οποίοι με τη σειρά τους είχαν τραπέι σε φυγή από τα τουρκομογγολικά φύλα των Χιονγκ – νου.
 
"Οι Γουεζί [Τόχαροι] επιτέθηκαν στον βασιλιά των Σάι [Σακών] ο οποίος και μετακινήθηκε μια σημαντική απόσταση προς το νότο, και οι Γουεζί κατέλαβαν τις περιοχές του" (Han Shu, 61 4B).
Οι Σάκες με την άφιξη τους κατέλαβαν την Ελληνική περιοχή του Νταγιουάν, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι το Ελληνικό βασίλειο της Βακτριανής ήταν απασχολημένο στη διαμάχες του στην Ινδία εναντίον των ανερχόμενων Ινδοελλήνων, και μετά βίας μπορούσαν να υπερασπιστούν τις βόρειες περιοχές τους. Οι φυλές των Σακών φαίνεται πως κατέλαβαν την Ελληνική περιοχή της Φεργκάνα, μια και ήταν εύκολο να κάνουν κάτι τέτοιο καθώς ο Ευκρατίδης  είχε μόλις ανατρέψει την Ευθυδήμεια δυναστεία στη Βακτριανή, και ο ίδιος βρισκόταν με τον στρατό του στην Ινδία ως το 159 π.Χ. οπότε και πέθανε. Ο διάδοχος του Ηλιοκλής ήταν απασχολημένος με την ανασυγκρότηση της Βακτριανής και κατόπιν με την εισβολή στην Ινδία, οπότε πρέπει να παράτησε την απόμακρη αυτή επαρχία.


Κυριαρχία των Σακών (160 π.Χ. και μετέπειτα).
 
Όταν ο Κινέζος απεσταλμένος Ζανγκ Κιάν (Zhang Qian) περιέγραψε του Νταγουάν το 128 π.Χ., ανέφερε πως, πέρα από τον ανεπτυγμένο αστικό πολιτισμό τους, οι πολεμιστές τους ήταν έφιπποι τοξότες, χαρακτηριστικό που πιθανώς περιγράφει τις ιδιότητες τον Σακών νομάδων πολεμιστών. Οι Νταγουάν είχαν πιθανώς μέχρι τότε μετατραπεί σε ένα βασίλειο νομάδων οι οποίοι έπαιρναν φόρους από τους τοπικούς Ελληνιστικούς αστικούς πλυθησμούς.
Επίσης στην περίοδο 106 – 101 π.Χ., κατά την σύγκρουση τους με την Κίνα, η χώρα των Νταγιουάν λέγεται πως είχε συμμαχήσει με τις γειτονικές φυλές των Κανγκ-Κίου, η οποία ήταν η Κινεζική ονομασία για τους Σογδιανούς. Οι Κινέζοι επίσης σημειώνουν πως το όνομα του βασιλιά των Νταγιουάν ήταν Μου-κούα, ένα ονόμα Σακικής/Σκυθικής προέλευσης το οποίο αποδιδόταν στα Ελληνικά ως Μάουακης ή Μάουης (κάποιος άλλος Σκύθης πολέμαρχος με το όνομα Μάουης είναι γνωστός ως ο κυβερνήτης του Ινδοσκυθικού  βασιλείου στην βόρεια Ινδία τον 1ο αιώνα π.Χ.).


Μετανάστευση των Τόχαρων (155 π.Χ)

Σύμφωνα με το χρονικό των Χαν, οι Τόχαροι (Γουεζί στις Κινέζικες πηγές) υπέστησαν ακόμα μια ήττα απέναντι στους Γουσούν (Wusun) το 155 π.Χ., και υποχώρησαν νότια από τον Ίλι ποταμό, προσπερνώντας την αστική περιοχή των Νταγιουάν στην Φεργκάνα, και εγκαταστάθηκαν νότια του Ώξου  ποταμού  στη περιοχή του σύγχρονου Καζακστάν και νότιου Ουζμπεκιστάν, έτσι χωρίς αμφιβολία αποκόπτωντας εντελώς τους Νταγιουάν από το Ελληνικό  βασίλειο  της  Βακτριανής. Το 125 π.Χ., οι Τόχαροι επεκτάθηκαν ακόμα περισσότερο προς τα νότια και τη Βακτριανή, όπου και τον 1ο αιώνα μ.Χ. ίδρυσαν την αυτοκρατορία  των  Κουσάν, η οποία είχε πολλά γνωρίσματα του Ελληνικού πολιτισμού (χρήση του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ  ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ για γραφή, και τεχνοτροπία κατασκευών).


Σχέσεις με την Κίνα (130 π.Χ. και μετέπειτα)

Οι Νταγιουάν (ΜΕΓΑΛΟΙ  ΙΩΝΕΣ),  παρέμειναν ένας υγιής και ισχυρός πολιτισμός ο οποίος είχε πολλές επαφές και ανταλλαγές με την Κίνα από το 130 π.Χ..


Μετακινήσεις πληθυσμών


Ο Ζανγκ Κιουάν αφήνει τον αυτοκράτορα Χαν Γουντί, αναχωρώντας για την εξερεύνησή του στην Κεντρική Ασία από το 138 έως το 126 π.Χ., ζωγραφική σπηλαίου του Μογκάο.
Περίπου στο 130 π.Χ., το χρονικό σημείο των ταξιδιών του Ζανγκ Κιουάν στην Κεντρική Ασία, οι Νταγιουάν περιγράφονται ως οι κάτοικοι μιας τοποθεσίας που αντιστοιχεί στη Φεργκάνα, στην μακρυνή δύση της Κινεζικής αυτοκρατορίας.
Η πρωτεύουσα του βασιλείου των Νταγιουάν είναι η πόλη της Γκουισάν 
[Khujand], απομακρυσμένη από το Τσανκάν στα 12,550 λι [κινέζικη μονάδα μέτρησης] Το βασίλειο περιέχει 60.000 οικογένειες, και ο πληθυσμός του είναι 300.000, με 60.000 εκπαιδευμένους στρατιώτες, έναν αντιβασιλέα, και ένα πρίγκηπα ως Εθνικό Βοηθό. Η έδρα του κυβερνήτη βρίσκεται στα ανατολικά σε απόσταση 4,031 λι.” (Han Shu)
Στα νοτιοδυτικά τους υπήρχαν οι περιοχές των Γουεζί Τόχαρων, με τους Ελληνοβάκτριους να βρίσκονται ακόμα πιο νότια, πέρα από τον Ώξο“ Η μεγάλη Γουέ-τσι [Yueh-chih]βρίσκεται περίπου 2000 ή 3000 λι δυτικά των Νταγιουάν, κατοικούν στα βόρεια του ποταμού Κουέι [Kuei, Ώξος]. Στα νότια τους υπάρχει η Νταξία [[[Βακτριανή]]], στα δυτικά οι Ανξίς Πάρθες, στα βόρεια οι Κανγκτζού Σογδιανοί.” (Shiji, 123.5b)
Η εξιστόρηση συνεχίζει λέγοντας πως οι Τόχαροι αρχικά κατοικούσαν στην λωρίδα της Γκανσού (κεντρική Κίνα), πριν να νικηθούν από τους Χιόνγκ - νου του Μάο-τουν και αργότερα επίσης από τον γιο του το 176 π.Χ., κάτι που τους ανάγκασε να υποχωρήσουν πέρα από την περιοχή των Νταγιουάν και να επανεγκατασταθούν στη Δύση πάνω στις όχθες του ποταμού  Ώξου, μεταξύ της περιοχής των Νταγιουάν και της Βακτρίας στο νότο.


Αστικός πληθυσμός

Τα έθιμα των Νταγιουάν αναφέρονται πως είναι πανομοιότυπα με αυτά των Ελληνοβακτριανών στο νότο, οι οποίοι είχαν ιδρύσει το Ελληνικό  βασίλειο  της ΒΑκτριανής.
Τα έθιμα τους [των Βακτρίων] είναι τα ίδια με αυτά των Νταγιουάν. Οι άνθρωποι έχουν σταθερές κατοικίες και ζούν μέσα σε οχυρωμένες πόλεις και κανονικά σπίτια όπως οι Νταγιουάν. Δεν έχουν μεγάλους βασιλείς ή αυτοκράτορες, αλλά παντού μέσα στις οχυρωμένες πόλεις τους έχει η κάθε μια τον δικό της μικρό βασιλιά.” (Shiji, 123.3b)
Περιγράφονται ως αστικοί πληθυσμοί, σε αντίθεση με τους πληθυσμούς των Τόχαρων, Γουσούν (Wusun) ή τους Χιονγκ-νου οι οποίοι ήταν όλοι νομάδες
“Έχουν οχυρωμένες πόλεις και σπίτια, οι μεγάλες και οι μικρές πόλεις τους ανήκουν, εβδομήντα στον αριθμό, περιέχουν συνολικό πληθυσμό μερικών εκατοντάδων χιλιάδων…Υπάρχουν πάνω από εβδομήντα άλλες πόλεις στη χώρα.” (Han Shu)

Εμφάνιση και πολιτισμός

Ο Στζί σχολιάζει την Καυκάσια εμφάνιση και τον πολιτισμό των ανθρώπων στη γη των Νταγιουάν:
"Αν και τα κράτη από το Νταγιουάν μέχρι την Άνξι [Βακτριανή] μιλάνε αρκετά διαφορετικές γλώσσες, τα έθιμα και οι τρόποι τους είναι γενικά παρόμοια και οι γλώσσες τους αλληλοκατανοητές μεταξύ τους. Οι άνδρες έχουν όλοι βαθουλωτά μάτια και πυκνά γένια και μουστάκια. Είναι έμπειροι στο εμπόριο και θα παζαρέψουν μέχρι και το κλάσμα ενός λεπτού στην τιμή. Οι γυναίκες τυγχάνουν μεγάλου σεβασμού, και οι άντρες αποφασίζουν παίρνοντας υπ'όψιν την γνώμη των γυναικών τους.
 Οι  Μεγάλοι  Ίωνες  ήταν σπουδαίοι τεχνίτες και εκτιμούσαν πολύ το κρασί:
Συνεχώς οι Νταγιουάν φτιάχνουν κρασί από τα σταφύλια. Οι πλούσιοι ανάμεσα τους αποθηκεύουν ως και 10,000 πέτρες [μονάδα μέτρησης βάρους, stone, 10.000 ισούνται με 63.5 τόνους] και παραπάνω στα κελάρια τους, και το κρατάνε για αρκετές δεκάδες χρόνια χωρίς να χαλάει. Στους άνθρωπους αυτούς αρέσει το κρασί.” (Shiji, 123).
Σύμφωνα με τον Στζί, τα σταφύλια και η αλφάλφα εισήχθησαν στη Κίνα από τους Νταγιουάν μετά το ταξίδι του Ζανγκ Κιουάν:
"Οι περιοχές γύρω από το Νταγιουάν φτιάχνουν κρασί από σταφύλια, και οι πιο οικονομικά επιφανείς κρατάν ως και 10,000 ή περισσότερα πίκουλ αποθηκευμένο. Μπορεί να κρατηθεί για ως είκοσι με τριάντα χρόνια χωρίς να χαλάσει. Οι άνθρωποι αγαπούν το κρασί και τα άλογα το αλφάλφα. Οι αντιπρόσωποι του Χαν επέστρεψαν φέρνοντας σταφύλια και αλφάλφα σπόρους στην Κίνα και ο αυτοκράτορας για πρώτη φορά δοκίμασε να φυτέψει τα φυτά αυτά σε γόνιμο έδαφος. Αργότερα, όταν ο Χαν απέκτησε μεγάλο αριθμό των "ουράνιων αλόγων" και οι αντιπρόσωποι από άλλες χώρες άρχισαν να καταφθάνουν με τις συνοδείες τους, η γη σε όλες τις πλευρές των καλοκαιρινών παλατιών και πύργων αναψυχής του αυτοκράτορα ήταν φυτεμένη με σταφύλια και αλφάλφα τόσο μακριά όσο μπορεί να δεί το μάτι."

Σχέσεις των  Ελλήνων  με την Κίνα

Μετά τις αναφορές του Ζανγκ Κιουάν ο οποίος αρχικά είχε σταλθεί για να συνάψει συμμαχία με τους Τόχαρους εναντίον των Χιόνγκ - νου -χωρίς αποτέλεσμα-, ο Κινέζος αυτοκράτος  Χαν Γουντί  ενδιαφέρθηκε για την ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων με τους ανεπτυγμένους αστικούς πολιτισμούς της Φεργκάνα,  Βακτριανής και  Παρθίας.
“Ο Γιός του Ουρανού στο άκουσμα όλων αυτών αποφάσισε έτσι λοιπόν: Η Φεργκάνα [Νταγιουάν] και οι κατοχές της Βακτριανής και της Παρθίας είναι μεγάλες χώρες, γεμάτες με σπάνια αγαθά, και με πληθυσμούς που ζουν σε μόνιμες κατοικίες και με επαγγέλματα τα οποία μοιάζουν αρκετά με αυτά των Κινέζων, αλλά με αδύναμους στρατούς, και με μεγάλη εκτίμηση στην πλούσια παραγωγή της Κίνας” (Shiji, 123)
Οι Κινέζοι στη συνέχεια έστειλε πολυάριθμες αποστολές, γύρω στις δέκα ανά έτος, σε αυτές τις χώρες και τόσο μακριά όσο η Συρία των Σελευκιδών.
“Έτσι περισσότερες αποστολές απεστάλησαν στο Αν-σι Παριία, Αν-τσάι Αλανοί, Λι-κανΣυρία των Σελευκιδών, Τιαου-τσι Χαλδαία, και Σον-του [Ινδία]... Ως γενική εκτίμηση, μάλλον πάνω από δέκα τέτοιες αποστολές στάλθηκαν κατά τη διάρκεια ενός έτους, και το λιγότερο πέντε ή έξι.” (Shiji, 123)
 
Οι Κινέζοι ήταν επίσης έντονα γοητευμένοι από τα ψηλά και δυνατά άλογα ("ουράνια άλογα") που είχαν στην κατοχή τους οι Νταγιουάν, των οποίων η χρήση από τους Κινέζους θα ήταν κρίσιμης σημασίας στη διαμάχη τους με τα τουρκομογγολικά φύλα των Χιονγκ-νου. Η άρνηση των Νταγιουάν να προσφέρουν μεγάλο αριθμό αλόγων, μαζί με μια αλληλουχία μικροσυμπλοκών και απώλειας σεβασμού, οδήγησαν στο θάνατο ενός Κινέζου απεσταλμένου και την κατάσχεση του χρυσού τον οποίο είχαν στείλει οι Κινέζοι ως πληρωμή για τα άλογα.
Εξοργισμένος, και θεωρώντας τους Νταγιουάν αδύναμους, ο Κινέζος αυτοκράτορας το 104  π.Χ. ανέθεσε στον Λι Γκουανγκλί (Li Guangli), τον αδερφό της αγαπημένης του παλλακίδας να συνετίσει τους Νταγιουάν εκστρατεύοντας εναντίον τους. Του δόθηκαν 6.000 ιππείς και 30.000 νεαροί και κακόφημοι άντρες οι οποίοι μαζεύτηκαν από τις επαρχίες. Πολλοί από αυτούς χάθηκαν στην πορεία μεταξύ διάφορων συμπλοκών με τους τοπικούς άρχοντες των περιοχών από όπου περνούσαν. Μετά από μια σημαντική ήττα που υπέστησαν σε ένα από αυτά τα μέρη, ο Λι αποφάσισε πως οι δυνάμεις του δεν επαρκούσαν για να επιτεθεί στους Νταγιουάν και έτσι επέστρεψε στην Ντουνχουάνγκ (Dunhuang) δύο χρόνια αργότερα το 102  π.Χ.
Ο αυτοκράτορας Γουντί έδρασε δίνοντας στον Λι Γκουανγκλί έναν πολύ μεγαλύτερο στρατό μαζί με ένα τεράστιο αριθμό βοδιών, γαϊδουριών και καμηλών για την μεταφορά των προμηθειών. Έχοντας αυτή τη δύναμη δεν αντιμετώπισε δυσκολία στο να φτάσει στο Έρσι (Ershi), την πρωτεύουσα των Νταγιουάν. Μετά από μια πολιορκία σαράντα ημερών, οι Κινέζοι παραβίασαν τον εξωτερικό τοίχο και κατάφεραν να διακόψουν την παροχή νερού στη πόλη. Οι ευγενείς του Έρσι τότε σκότωσαν τον βασιλιά τους και έστειλαν το κεφάλι του στον Γκουάνγκ Λι, προσφέροντας στους Κινέζους όσα άλογα ήθελαν. Ο Λι δέχτηκε την προσφορά, διόρισε ένα από τους δικούς του ευγενείς ως το νέο βασιλιά και πήρε τον δρόμο της επιστροφής μαζί με τα άλογα. Κατά την επιστροφή του, όλα τα μικρά βασίλεια και φυλές αποδέχτηκαν την Κινεζική κυριαρχία πάνω τους. Έφτασε στην Πύλη  του  Νεφρίτη -πέρασμα Γιουέν προς την κύρια Κίνα- το 100  π.Χ. με 10.000 άντρες και 1.000 άλογα.
Η επικοινωνία με τη Δύση αποκαταστάθηκε μετά τη σύναψη ειρηνευτικής συμφωνίας με τους Νταγιουάν και οι απεσταλμένοι αναχώρησαν ακόμα μια φορά από την Κίνα για τη Δύση, με τα καραβάνια να ταξιδεύουν προς τις αγορές της Βακτριανής.

Μια εποχή εμπορικής και πολιτιστικής ανταλλαγής Ανατολής-Δύσης

Ο Δρόμος  του  Μεταξιού ουσιαστικά ξεκίνησε από τον 1ο αιώνα π.Χ., μετά τις προσπάθειες της Κίνας να σταθεροποιήσει μια διαδρομή προς τον δυτικό κόσμο, μέσω απευθείας διακανονισμών στο λεκανοπέδιο  του  Ταρίμ καθώς και με τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων με τις χώρες των Νταγιουάν, Παρθών και Βακτριανών προς τα δυτικά.
Σύντομα ακολούθησε έντονη εμπορική δραστηριότητα, η οποία επιβεβαιώνεται και απο τον ρωμαϊκό παροξυσμό για κινεζικό μετάξι που επικράτησε από τον 1ο αιώνα π.Χ. -το οποίο προμηθεύονταν μέσω των Παρθών Αρσακιδών-, στο σημείο όπου η ρωμαϊκή γερουσία εξέδωσε -χωρίς αποτέλεσμα- αρκετά διατάγματα για να απαγορεύσει το φόρεμα του μεταξιού, βάσει οικονομικών και ηθικών λόγων -αντιπαλότητα και εμπόλεμη δραστηριότητα με Πάρθες. Αυτό είναι εξακριβωμένο από τουλάχιστον τρεις σημαντικούς ιστορικούς, τον Στράβωνα (64/ 63 π.Χ. – 24), τον Σενέκα  τον  Νεότερο (3 π.Χ. – 65), και τον Πλίνιο  τον  Πρεσβύτερο (23 – 79).
Την ίδια περίοδο η Βουδιστική  θρησκεία και ο ΕΛΛΗΝΟΒΟΥΔΙΣΜΟΣ  ξεκίνησαν τη διαδρομή τους.-
(Από  την  Βικιπαίδεια).


ΖΗΝΩΝ  ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ

Αυτόχθονες Έλληνες

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου