Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και δείχνουν ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας δεν είναι καλές καθώς το πρόβλημα των «κόκκινων δανείων» παραμένει και διευρύνεται καθώς τα ήδη ρυθμισμένα δάνεια «κατακοκκίνισαν».
Πρόκειται για σημάδι «ασθενούς» που δεν μπορεί να βγει από το «κόμμα».
Η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να «σηκωθεί όρθια» καθώς χωρίς εύρωστο τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να υπάρξει λειτουργία και δημιουργία υγειών επιχειρήσεων.
Αυτή την στιγμή ακόμα και επιχειρήσεις που έχουν προοπτικές βιωσιμότητας και νοικοκυριά που προσπαθούν να τα φέρουν «βόλτα» δεν δύνανται να αντεπεξέλθουν στις τρέχουσες υποχρεώσεις και στο ξεχρέωμα των παλαιότερων οφειλών που αποτελούν ένα αξεπέραστο εμπόδιο για να ορθοποδήσουν.
Μάλιστα όποιος γυρίζει στην πραγματική ελληνική κοινωνία και παρατηρεί τι συμβαίνει γύρω του θα δει ότι έχουν κλείσει επιχειρήσεις δίπλα από το σπίτι του οι οποίες μέχρι πρότινος θεωρούνταν ότι «πήγαιναν καλά», είχαν δηλαδή πελατεία και δημιουργούσαν μια επίπλαστη εικόνα ευρωστίας.
Αυτό όμως είναι η «βιτρίνα», η αλήθεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι εντελώς διαφορετική.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, όταν ξεκίνησε η κρίση υπήρχε ένα υπόλοιπο δανείων περίπου 271 δις ευρώ, εκ των οποίων είχαν «κοκκινίσει» γύρω στα 26 δις ευρώ, δηλαδή το 9,5%.
Αυτά κυρίως ήταν διακοποδάνεια, εορτοδάνεια, πιστωτικές κάρτες καθώς σχεδόν τα 16 δις από 26 δις ευρώ ήταν «κόκκινα» καταναλωτικά δάνεια.
«Μέχρι εδώ όλα καλά» έλεγε ο άνθρωπος που έπεφτε από τον πέμπτο όροφο και σε κάθε όροφο επαναλάμβανε την ίδια φράση ενώ το πεζοδρόμιο και το αναπόφευκτο πλησίαζαν, στην εμβληματική ταινία του Μάθιου Κάσοβιτς, «Το μίσος».
Γιατί αυτό συμβαίνει και με την ελληνική οικονομία, συνεχίζει να πέφτει «ορόφους» και εμείς να επαναλαμβάνουμε «μέχρι εδώ, όλα καλά».
Στα δύο πρώτα χρόνια της κρίσης τα 26 δισ. ευρώ έγιναν 52 δις ευρώ, με το αποκορύφωμα να λαμβάνει χώρα το 2013 αγγίζοντας τα 91 δις ευρώ.
Αυτό σήμαινε ολική κατάρρευση όλων, είτε μιλάμε για επιχειρήσεις είτε για νοικοκυριά.
Αυτό δεν ήταν το τέλος καθώς τον Δεκέμβριο του 2015 τα «κόκκινα» δάνεια είχαν ξεπεράσει τα 106 δις ευρώ δηλαδή το 48% του συνόλου των δανείων μετά από δύο ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών και 3 Μνημόνια!
Το ενδιαφέρον όμως στα «κόκκινα δάνεια» είναι πως ενώ τα επιχειρηματικά δάνεια, το 2009 συμμετείχαν με ποσοστό 8,3% στο σύνολο των «κόκκινων» δανείων, έφτασαν στο 49,7% το 2016, ενώ ακόμα και τώρα που καταγράφεται μια συνολική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά περίπου 10 δις ευρώ μέσα σε ένα χρόνο, το 40,4% των επιχειρηματικών δανείων, δηλαδή περίπου 39,5 δις ευρώ, παραμένουν «κόκκινα».
Το να χρωστάνε τα νοικοκυριά είναι ένα πρόβλημα, όταν όμως χρωστάνε οι επιχειρήσεις τότε πρόκειται για επιπλέον πρόβλημα καθώς οι επιχειρήσεις είναι αυτές που φέρνουν την ανάκαμψη και βοηθούν τα νοικοκυριά να επιβιώσουν.
Στην Ελλάδα ως γνωστόν οι μόνοι τομείς που δουλεύουν και είναι μάλιστα αλληλοεξαρτώμενοι είναι η εστίαση και ο τουρισμός.
Πολύ υψηλά ποσοστά «κοκκινίσματος» καταγράφονται στην εστίαση (61,9%), αλλά και στον τουρισμό (31,4%), παρά τον εξωστρεφή χαρακτήρα, την ανοδική του πορεία και τη διευρυνόμενη συμβολή του στο ΑΕΠ.
Και καλά μέχρι εδώ: Μετά από τόσες ρυθμίσεις για να μειωθούν τα «κόκκινα δάνειας» αυτά ξεκίνησαν να «ξανακοκκινίζουν» καθώς το 17,9% των ήδη ρυθμισμένων δανείων εμφανίζει καθυστέρηση άνω των 90 ήμερων, έναντι 19,9% στο τέλος του 2018.
Αυτό σημαίνει πως από την στιγμή που μια επιχείρηση έχει ρυθμίσει τα «κόκκινα δάνειά» της για να μην μπορεί και πάλι να τα εξυπηρετήσει, ότι απλούστατα δεν μπορεί, γιατί η οικονομική κατάσταση δεν το επιτρέπει.
Εν ολίγοις, η χώρα δεν μπορεί να σηκωθεί ξανά. Χρειάζεται άμεσα επιπλέον χρήμα που πρέπει να έρθει με άλλους τρόπους στην χώρα για να της δώσει την απαραίτητη «ώθηση» να «τρέξει» ξανά. Αν δεν υπάρξουν γεωτρήσεις (και φυσικά και προσοδοφόρα αποτελέσματα) ή θαυματουργές επενδύσεις (που δεν θα υπάρξουν, κανείς δεν είναι τρελός να επενδύσει σε μια χώρα-φορολογική «κόλαση» και με κοινωνία που ζει σε μια νοητική «νιρβάνα») τα επόμενα χρόνια, δυστυχώς η Ελλάδα δεν θα ανακάμψει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου