Powered By Blogger

Τρίτη 7 Απριλίου 2020

Η εκδίκηση του Δράμαλη 56 χρόνια μετά στην Ανατολική Ρωμυλία

Η εκδίκηση του Δράμαλη 56 χρόνια μετά στην Ανατολική Ρωμυλία
ΧΑΚ 
Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης



                Είναι άγνωστο, αλλά ο Δράμαλης, ο μεγάλος
ηττημένος πασάς της μάχης των Δερβενακίων, πήρε εκδίκηση από τους Χριστιανούς,
που τον κατενίκησαν και τον οδήγησαν στο θάνατο, πολλά χρόνια αργότερα, όταν…
δεν ζούσε πια!!! Και πήρε εκδίκηση μέσω ενός γιου του το 1877.
                Ας δούμε όμως τα γεγονότα από την αρχή.
                Η Μάχη των Δερβενακίων, είναι μια από τις σημαντικότερες μάχες της Επανάστασης του
1821, γιατί έκρινε αποφασιστικά την πορεία του αγώνα των επαναστατημένων
Ελλήνων και επέτρεψε να λάμψει ο στρατηγικός νους του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
                  Ήταν αρχές Ιουλίου του 1822, όταν ισχυρή
τουρκική δύναμη υπό τον Μαχμούτ Πασά, γνωστότερο ως Δράμαλη (λόγω της καταγωγής
του από τη Δράμα) άρχισε να κατεβαίνει προς την Πελοπόννησο για να καταπνίξει
στο αίμα την εξέγερση των Ελλήνων. Η δύναμη αυτή εντυπωσίαζε και τρομοκρατούσε
τους πάντες απ’ όπου περνούσε. Ο Δράμαλης απέβλεπε στην ανακατάληψη της
Τριπολιτσάς και στον τερματισμό  της
Επανάστασης στον Μοριά.

*Ο ηττηθείς Δράμαλης πασάς.
                   Στις 26 Ιουλίου 1822 στα στενά των Δερβενακίων, κοντά
στη Νεμέα, οι Τούρκοι ηττήθηκαν αφήνοντας στο πεδίο της μάχης, πλέον των 3.000
ανδρών και άφθονα εφόδια, που πέρασαν ως λάφυρα στα χέρια των Ελλήνων. Ο
Δράμαλης με τα υπολείμματα του ηττημένου στρατού του υποχωρώντας άτακτα, έφθασε
στην Κόρινθο, όπου στις 26 Οκτωβρίου πέθανε από την απογοήτευσή του σε ηλικία
42 ετών. Φυσικά κάποια παιδιά του, μικρά σε ηλικία, μεγάλωσαν στη Δράμα και
ένας από τους γιους του έγινε πασάς της Δράμας. ‘Έτσι φτάνουμε στην εποχή του
ρωσοτουρκικού πολέμου 1877-78.
*Από τις μάχες της Σίπκας. Πίνακας του Βασίλι Βερεσχαγίν
Η εμφάνιση του γιου του Δράμαλη
                Βρισκόμαστε
στην κορύφωση του ρωσοτουρκικού πολέμου του 1877-78 με σφοδρές συγκρούσεις
Ρώσων και Τούρκων στην ευρύτερη περιοχή του Αίμου, τον οποίο επιχειρούν να
διαβούν οι Ρώσοι. Πολύνεκρες μάχες διεξάγονταν στην Πλέβνα και στη διάβαση της
στενωπού της Σίπκα.
                Στις 14
Αυγούστου 1877 ξεκίνησε από τη Δράμα ο γιος του Δράμαλη, ο Χατζή Ταχίρ Ομέρ
πασάς, επικεφαλής 1400 ιππέων και 500 πεζών και έφτασε στο Οτλούκιοΐ, της
Ανατολικής Ρωμυλίας. Σύμφωνα με λιτά δημοσιεύματα των εφημερίδων έφτασε
απόγευμα και στρατοπέδευσε σ’ αυτή την κωμόπολη. Οι κάτοικοι
κατατρομοκρατημένοι για να τον εξευμενίσουν προκαταβολικά, προσφέρθηκαν να του
παραχωρήσουν τα καλύτερα σπίτια για τη διαμονή του και να του διαθέσουν τρόφιμα
για τους άνδρες του και ζωοτροφές για τα άλογα. Φυσικά οι άνδρες του
κατασκήνωσαν  έξω από την κωμόπολη. Το
Οτλούκιοϊ, είχε μικτό πληθυσμό. Ελληνικό και βουλγαρικό κυρίως.
                Κατά
τις 9 το βράδυ και ενώ οι πάντες ησύχαζαν, όρμησαν οι Τούρκοι του Χατζή Ταχίρ
Ομέρ μέσα στο χωριό με πυροβολισμούς και αλαλαγμούς και άρχισαν να σπάζουν
πόρτες και παράθυρα των σπιτιών. Έκαναν δηλαδή αυτό που συνήθιζαν. Έκλεβαν τα
νοικοκυριά και κακοποιούσαν τους χωρικούς. Οι πράξεις τους ήταν ανήκουστες.
Λεηλασίες, πυρπολήσεις, κακοποιήσεις και βιασμοί νεανίδων. «Ουδεμία οικία έμεινεν αλήστευτος» έγραψαν οι εφημερίδες στην
Αθήνα.
                Ανάμεσα
στους κακοποιημένους κατοίκους του Οτλούκιοϊ ήταν και ο ογδοντάχρονος Θεόδωρος
Τσανέλης, που τον σέβονταν όλοι οι συμπολίτες του.
*Από τις μάχες στην Πλέβνα. Πίνακας του Ντιμίταρ Γκιουζένωφ
 
                «Τοιαύτα πάσχουσιν οι κάτοικοι των εκ της
πυρκαϊάς και της γενικής λεηλασίας διασωθέντων χωρίων, 
τηλεγραφούσαν από τη
Φιλιππούπολη στην Αθήνα, οι ανταποκριτές των εφημερίδων. Αι δε εκ των πυρποληθέντων χωρίων γυναίκες και παίδες, εκτός
τριακοσίων περίπου ψυχών ενταύθα εισέτι διαμενουσών, είχον σταλή εις τα διάφορα
χωρία προς εγκατάστασιν και εξοικονόμησιν. Και αύται τα πάνδεινα υποφέρουσι.
Στερούνται ενδυμάτων και καλυμμάτων δια τον χειμώνα και απειλούνται υπό γενικού
εξολοθρευμού. Μέχρι τούδε 25% απέθανον εκ των κακουχιών».
                Ενώ οι
ατυχείς χωρικοί υπέφεραν τα πάνδεινα, στα χωράφια είχαν εγκαταλειφθεί τα
δεμάτια με το σιτάρι και το καλαμπόκι. Κανένας δεν μπορούσε να βγει έξω να πάει
για να κάνει τις απαιτούμενες αγροτικές εργασίες, από το φόβο των ληστών, αλλά
και των βασιβουζούκων.
                Τελικά
η τουρκική κυβέρνηση έδωσε το σιτάρι για αλώνισμα και το καλαμπόκι για
κοπάνισμα, σε Τούρκους με την προϋπόθεση να παραδώσουν τα προϊόντα κατά το μισό
στο κράτος και το άλλο μισό να το κρατήσουν αυτοί. Δηλαδή αδιαφόρησε εντελώς
για την τύχη των ιδιοκτητών των χωραφιών, που τα είχαν καλλιεργήσει…
                Εκείνες
τις μέρες τα οθωμανικά στρατοδικεία εξακολουθούσαν να καταδικάζουν και να
απαγχονίζουν Χριστιανούς, κυρίως Βουλγάρους, που τοποθετήθηκαν στο πλευρό των
Ρώσων, σε διάφορα μέρη, ακόμα και στην ίδια τη Στενήμαχο.
                Στις
μάχες εκείνες σημειώθηκαν πολλές βαρβαρότητες, κυρίως από τους άτακτους που
ακολουθούσαν τον τακτικό στρατό Ρώσων και Τούρκων.
*Εικόνα του ρωσοτουρκικού πολέμου 1877-78 
 
                Όπως
για παράδειγμα, η άγρια δολοφονία δύο τραυματιών Ρουμάνων, ενός ταγματάρχη και
ενός λοχαγού, στην Πλέβνα, που τραυματίσθηκαν σε μάχη, και τραυματίες πεσμένοι
στο έδαφος, κατακρεουργήθηκαν άγρια από βασιβουζούκους με τσεκούρια! Για την
ίδια μάχη η «Αμάλθεια» της Σμύρνης έγραφε ότι «την αυτήν τύχην έλαβον πολυάριθμοι άλλοι τραυματίαι, εμπεσόντες εις
τας χείρας των ανθρωπομόρφων εκείνων θηρίων. Οι νοσοκόμοι οι αποπειρώμενοι να
συλλέξωσι τους τραυματίας, όσοι σήπονται επί του πεδίου της μάχης,
πυροβολούνται εκ των τουρκικών χαρακωμάτων».
                Για να
αντιληφθεί κανείς το κλίμα που επικρατούσε, λίγους μήνες αργότερα, τον
Ιανουάριο του 1878, οι μητροπολίτες Ραιδεστού, Καλλιπόλεως και Διδυμοτείχου με
τηλεγραφήματά τους προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατήγγειλαν ότι οι Οθωμανοί στρατιωτικοί
διοικητές των περιοχών αυτών καταπιέζουν αφόρητα τους κατοίκους, παρά τις
αντίθετες διαταγές της κυβέρνησης. Ήδη οι Τούρκοι είχαν κατανικηθεί και οι Ρώσοι
είχαν αρχίσει να καταλαμβάνουν τη Θράκη. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ζήτησε από
την Υψηλή Πύλη να σταματήσουν αμέσως οι καταπιέσεις και τα βίαια μέτρα. 
                Τον
Σεπτέμβριο του 1877 τηλεγραφούσαν από τη Φιλιππούπολη ότι την πόλη συντάραζαν
οι συχνοί απαγχονισμοί Βουλγάρων και πρόσθεταν: «Αλλ’ εν τοις περιχώροις η κατά των χριστιανών εκ μέρους των Τούρκων
καταδίωξις εξακολουθεί, ήδη μάλιστα επεξετάθη αύτη και εις τα εντεύθεν του
‘Εβρου χωρία (Σ.Σ. εννοεί τον άνω ρου του ποταμού Έβρου)».
                Η ζωή
στη Θράκη κατά τον 19ο αιώνα ήταν δυσχερής…
 
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
ΠΗΓΕΣ
Αρχεία εφημερίδων «Αιών»,
«Αμάλθεια», «Εφημερίς», «Μέλλον», «Μέριμνα», « Ώρα» του 1877.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου