Powered By Blogger

Παρασκευή 27 Ιουλίου 2012

Διώξαμε την Παπαχρήστου και κρατήσαμε τους αφρικανούς...


Σπύρος Παπαγιάννης
    Αν του Έλληνα ο τράχηλος κουνούπι δεν υποφέρει, πολύ περισσότερο δεν υποφέρει υποψία ρατσισμού πάνω του.  Μπορείς να τον πείς τεμπέλη, διεφθαρμένο, καλοπερασάκια, απατεώνα, τιμή και καμάρι του. Αυτό δεν είναι ρατσισμός, είτε λέγεται από στόματα ξένων ή και Ελλήνων ακόμη, γιατί όταν μέμφεται ένας  Έλληνας τους Έλληνες, αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί επιλήψιμο, απεναντίας έχει κάτι ηρωϊκό, μεγαλειώδες πάνω του.
Πάμπολλοι Έλληνες από την εποχή του
Ηρόστρατου ασχολήθηκαν με την αποδόμηση του κύρους και του ονόματος των μεγάλων Ελλήνων ηρώων και σοφών της ιστορίας, διεκδικώντας για τον εαυτό τους τον θρόνο του υπέρτατου εθνικού εισαγγελέα και κριτή και στους σύγχρονους καιρούς μας, που δεν δίνει ευκαιρίες για διακρίσεις, η διάκριση αυτή της  αυτεπάγγελτης εθνοϋπερβασίας προσφέρει σε συνδυασμό με το μεταμοντέρνο ιδανικό της πολυπολιτισμικότητας  και της προστασίας της διαφορετικότητας, πεδίο δόξης στους συστημικούς απομυθοποιητές της Ελληνικής ιστορίας και του Ελληνικού ονόματος.

Μπορείς λοιπόν να  υβρίζεις όσο θέλεις τον Έλληνα, και να πάρεις την χώρα και την δημοκρατία του μέσα από τα χέρια του  και να του βάλεις μια τρόϊκα να τον διατάζει, και μ’ ένα ψαλίδι να του ψαλιδίζεις κάθε τόσο το εισόδημά του που να μην έχει να πληρώσει τα χρέη και τα δάνειά του. Μπορεί να τον κάνεις να ντρέπεται για το άτομό του, καθιστώντας τον αφερέγγυο, μα και για την συλλογική εθνική  του αποτυχία, κάνοντάς τον να νιώθει ένοχος που οι γνωστοί επώνυμοι που ανέχθηκε τόσα χρόνια δεν τον άφησαν να εδραιώσει κράτος, θεσμούς, δικαιοσύνη και οικονομία, μα μην του πειράξεις το αντιρατσιστικό του προφίλ, όπου είναι παγκόσμιος πρωταθλητής. 
Αν λοιπόν ο ξένιος Δίας κυβερνά αυτόν τον τόπο και αποκεφαλίζει όποιον τολμά να αναμασήσει διαδικτυακά αστειάκια  για  Αφρικανούς και κουνουπάκια, καταλαβαίνουμε πόσο ουτοπική  ήταν η απαίτησή μας να αντιδράσει το Ελληνικό κράτος και ο λαός γενικότερα στην ξένη εισβολή των Γερμανών οικονομικών δολοφόνων και πολιτικών διαφθορέων.
Μα δεν θα ήταν μια τέτοια αντίδραση ρατσιστική;  Πως λοιπόν να αντιδράσει ο Έλληνας στην κατάλυση της εθνικής του κυριαρχίας και στην διαπλοκή των δυτικών εταίρων και αγνών νεοφιλελεύθερων του εξωτερικού με τους λαδωμένους εκσυγχρονιστές του εσωτερικού, όταν διακατέχεται εκτός από το κόμπλεξ κατωτερότητος έναντι των ευρωπαίων και από την φοβία να μην  αποκληθεί εθνικιστής και, ρατσιστής; 
Πως λοιπόν να μην γίνει χαλί ο Έλληνας των τροϊκανών, όταν φοβάται τόσο να μην φανεί αγενής στους Αφρικανούς;  Όταν ο πολυπολιτισμικός καθωσπρεπισμός και το τι θα πουν οι άλλοι για μας καθίσταται ύψιστη προτεραιότητα, πώς να κατισχύσει η εθνική λογική και αυτοσυντήρηση, έναντι του Ευρωπαϊκού οράματος και της παγκοσμιοποιητικής αλλοτρίωσης;
      
Το περίεργο,  επιπρόσθετα με το επιλήψιμο ανέκδοτο της άτυχης  νεαρής αθλήτριας, που πάτησε άθελά της πάνω στον εθνικό κάλο  της γραικυλικής πολιτικής ελίτ, που θέλει αν μη τι άλλο να επαίρεται για την ηθική της ανωτερότητα και την    ανεκτικότητα ταυτόχρονα στην διαφορετικότητα των ξένων, όχι όμως και των Ελλήνων ιθαγενών, είναι ότι δεν εμπεριέχει κανέναν ιδιαίτερο λεκτικό ρατσιστικό χαρακτηρισμό, εκτός από το ότι κρούει δια της υπερβολής του τον κίνδυνο να καταστεί  η χώρα στο μέλλον, χώρα αλλοδαπών, ή  Αφρικανών. 

Η υπόμνηση όμως αυτής της προϊούσας εθνικής αλλοτρίωσης, ή η κινδυνολογία έστω, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ρατσισμός;  Και τι είναι ο ρατσισμός, ύβρις σαν τον φασισμό για να χαρακτηρίζουμε  με αυτόν όποιον μας ενοχλεί υπενθυμίζοντάς μας την πραγματικότητα;
Για το ότι οι Έλληνες έχουν γίνει στην πράξη σπιτικό φαγητό των ξένων πολιτικών εκβιαστών και τοκογλύφων  δεν ενοχλείται αντίθετα κανείς, πόσο μάλλον που αυτό  δεν είναι ανέκδοτο, μα η ωμή πραγματικότητα, που την ζούμε όλοι στο πετσί μας, καθώς και το ότι στην χώρα μας, όπου οι κώνωπες του Νείλου μπορεί αύριο να χαίρονται σπιτικό φαγητό, οι Έλληνες του ξένιου Δία δεν θα ‘χουν  σίγουρα, πέραν κάθε αμφιβολίας, ούτε σπίτι, ούτε φαγητό.
Και γιατί πέραν του φυλετικού ρατσισμού δεν κατακρίνουμε και τον οικονομικό ρατσισμό και γιατί βάζουμε ταβάνι στους συνταξιούχους και δεν βάζουμε ταβάνι στα έξοδα, στα ταξίδια στο εξωτερικό και στις σπατάλες στα εισαγόμενα λούσα και τις πολυτέλειες;

Ας συνειδητοποιήσουμε λοιπόν τι είναι ρατσισμός  προτού μπούμε στον πειρασμό να τον διδάσκουμε από την όποια θέση εξουσίας κατέχουμε εις βάρος εκείνων που δεν θα έχουν δικαίωμα δια να ομιλούν, να αστειεύονται, να αγωνιούν για την  πατρίδα τους, να απολογούνται σαν κατηγορούνται και να αγωνίζονται  και να διακρίνονται όχι μόνο για τον εαυτό τους, μα και για την Ελλάδα και τα χρώματά της. Και είναι αλήθεια πως με την εκ της αλλεργικής υπερευαισθησίας βεβιασμένη τους απόφαση,  οι αυτεπάγγελτοι  καρατόμοι της Ελληνίδας αθλήτριας, κούρεψαν κατά την καλώς κρατούσαν πολιτική μόδα του καιρού μας, άλλη μια ελπίδα της Ελλάδας να ακούσει τον εθνικό της ύμνο και να δεί την  σημαία του ξεπεσμένου ταπεινωμένου εθνικού  της εγώ να υψώνεται νικήτρια στα όμματα της οικουμένης.
Τώρα αν η αντίληψή τους περί έθνους δεν διαπνέεται από ορισμένα φυλετικά ή πολιτιστικά χαρακτηριστικά, και αν οι εθνικές σημαίες δεν διαφέρουν κατ΄ αυτούς από τις άλλες συλλογικές σημαίες των τοπικών συλλόγων ή ομάδων δεν υπάρχει και  κανένας ιδιαίτερος λόγος  εθνικής διάκρισης, όπως δεν υπάρχει και κανένας λόγος ενοχής ή τύψης για την εθνική κατάντια μας, καθώς έρχονται οι Αφρικανοί , με τα κουνούπια του Νείλου να άρουν άπαξ διά παντός τις φυλετικές μας ευθύνες. Ίσως λοιπόν το ομολογώ, να τους αδικούμε, όλοι εμείς που δεν διαβλέπουμε στους Αφρικανούς την δυνατότητα να μεταφέρουν για άλλη μια φορά την μαύρη Αθηνά στας Αθήνας και  να ξεκινήσει  δι΄ αυτών η αναγέννηση του Ελληνισμού. Στο αθώο λοιπόν παραστράτημα της νεαράς αθλήτριας και στην καλιγούλεια τιμωρία της,  καθρεπτίζεται το πρόβλημα του Ελληνισμού που δεν ξέρει πόσο να προσκυνήσει, να δυτικίσει, να μπατιρίσει   και να μαυρίσει ταυτόχρονα  για να προλάβει το τραίνο της παγκοσμιοποίησης,  όπου δεξιοί και αριστεροί δεν έχουν συνειδητοποιήσει ακόμη ποιό από κάθε πλευρά είναι το ιδανικό ποσοστό της φυλετικής επιμιξίας , αλλοτρίωσης και οικονομικής υποτίμησης παράλληλα,  για να επιτευχθεί  η υβριδική μετεξέλιξη της φυλής και η οικονομική πρόοδος, όχι τόσο του λαού,  όσο  του τόπου ευρύτερα.

Φ Ι Λ Ο Τ Ι Μ Ι Α

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου